Τους προβληματισμούς του για τις προθέσεις της κυβέρνησης σε σχέση με το μέλλον του ελληνικού τουρισμού, αναπτύσσει σε άρθρο του
που δημοσιεύεται στον μεγάλο ιστότοπο “TheCaller”, ο τ. Υφυπουργός Πολιτισμού – Τουρισμού και π. Βουλευτής Δωδεκανήσου Γ.Νικητιάδης. Ο Γραμματέας του τομέα τουρισμού του ΚΙΝΑΛ ισχυρίζεται στο άρθρο του ότι ο Ελληνικός Τουρισμός μπορεί να συμβάλει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μέχρι σήμερα στην εθνική οικονομία, κάτι που η Έκθεση Πισσαρίδη δεν μοιάζει να αντιλαμβάνεται εστιάζοντας περισσότερο σε άλλους τομείς της οικονομίας. Ακολουθεί το άρθρο του κ. Νικητιάδη.
«Η πανδημία του COVID 19 ανέδειξε ανάμεσα σε άλλες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και το σημαντικό ζήτημα της λεγόμενης «μονοκαλλιέργειας» της από τον ελληνικό τουρισμό, γεγονός που ούτως ή άλλως ήταν γνωστό και προ της εμφάνισης του ιού. Δεν χρειάζεται άλλωστε να διαθέτει κάποιος νόμπελ οικονομίας για να κατανοήσει ότι οφείλουμε να δραστηριοποιούμαστε και να αναπτύσσουμε περισσότερους κλάδους της οικονομίας, έτσι ώστε αν κάτι δεν πάει καλά με τον ένα, οι υπόλοιποι να μπορούν να καλύψουν τα κενά που θα προκληθούν .Η διαπίστωση αυτή ωστόσο, χρήζει βαθύτερης ανάλυσης και προσέγγισης δεδομένου ότι αφενός ο ελληνικός τουρισμός δεν έχει συμβάλλει ούτε στο ήμισυ των πραγματικών του δυνατοτήτων μέχρι σήμερα στην οικονομία, αφετέρου δε, έχει επιδείξει τεράστιες αντοχές που αποδεικνύουν ότι θα ήταν παράλογο, μια πηγή που παράγει τόσο πλούτο, να την αφήσεις για να αναπτύξεις άλλες πηγές, που και άγνωστο είναι και αβέβαιο πότε και τι θα παραγάγουν.
Η γνωστή έκθεση Πισσαρίδη με τον τίτλο «Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία – Ενδιάμεση Έκθεση» που δόθηκε στη δημοσιότητα προσφάτως, φοβάμαι ότι δεν δείχνει να ασχολείται σε βάθος με την περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού , αλλά απεναντίας να κατευθύνεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικώς, σε άλλους κλάδους της οικονομίας, που βεβαίως είναι απαραίτητη η ανάπτυξή τους, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να γίνει σε βάρος του ελληνικού τουρισμού.
Ας γίνω όμως πιο συγκεκριμένος. Η έκθεση Πισσαρίδη στις 120 σελίδες της, αναφέρεται ελάχιστες φορές στον τουρισμό με εντελώς αποσπασματικό τρόπο και χωρίς καμία ιδιαίτερη αναφορά στην ανάγκη ενός στοιχειώδους στρατηγικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη του. Αναγνωρίζεται η μεγάλη συμβολή του τουρισμού στην οικονομία αφού γίνεται λόγος για το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας και προφανώς δεν θα μπορούσε να μην γίνει αναφορά στον αιμοδότη του που είναι ο τουρισμός, καταγράφεται ο σημαντικός ρόλος του τουρισμού για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης κατά την 10ετή μνημονιακή περίοδο και τέλος αναφέρεται ο τουρισμός αποσπασματικώς ως «σημαντική πηγή εσόδων».
Που εντοπίζει ο γράφων το πρόβλημα; Οι ενστάσεις σχετίζονται με το γεγονός ότι, οιεπισημάνσεις της έκθεσης για τον τουρισμό δείχνουν αφενός μια εντελώς πρόχειρη αντιμετώπιση, αφετέρου, μια ελλιπέστατη άποψη για τα ουσιώδη προβλήματα του ελληνικού τουρισμού. Γίνεται για παράδειγμα αναφορά στις επιπτώσεις που θα έχει η κλιματική αλλαγή στον τουρισμό, «οι οποίες θα καταστήσουν χώρες της Β. Ευρώπης τουριστικούς προορισμούς καθότι θα επεκταθεί η τουριστική περίοδος της χώρας μας» ( θα έχουμε μακρύτερο καλοκαίρι προφανώς) χωρίς καμία άλλη επισήμανση. Το γεγονός ότι την περίοδο του καλοκαιριού ( Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος ) μπορεί κατά την κρίση των συντακτών της έκθεσης να μειωθεί αισθητώς ο τουρισμός, αποτελεί απλώς μια διαπίστωση που καταλήγει αυθαιρέτως στο ότι θα επιμηκυνθεί η σεζόν! Τρέχα γύρευε, δηλαδή. Αυτή ωστόσο η επισήμανση, θα μπορούσε να αγνοηθεί αν η έκθεση, όταν καταγράφει κάποια στοιχεία για την τουριστική ανάπτυξη, δεν περιορίζεται σε ένα σχετικώς εκτενέστερο τμήμα της ( για εννέα γραμμές μιλάμε) στην προοπτική του Ασιατικού Τουρισμού ως πολιτιστικού κυρίως τουρισμού που θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικώς προς τον ευρωπαικό τουρισμό. Καμία αντίρρηση. Επιτέλους και μια ιδέα (όχι καινούργια) που βάζει μια θετική προοπτική για τον ελληνικό τουρισμό. Πού είναι η ένσταση; Στο ότι οι συντάκτες της έκθεσης, πάσχουν από την αδυναμία της έλλειψης ενός σοβαρού στρατηγικού σχεδιασμού από την κυβέρνηση, που θα τους οδηγούσε σε συγκεκριμένες και πιο ουσιαστικές αναφορές, πέραν του Ασιατικού Τουρισμού που αποτελεί τη μόνη πρόταση μέχρι στιγμής της έκθεσης για τον τουρισμό. Αν δηλαδή οι συντάκτες της έκθεσης εγνώριζαν ( ή γνωρίζουν;) ότι στρατηγικός στόχος του ελληνικού τουρισμού είναι, και πρέπει να είναι η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και η προσέλκυση πλουσιότερων αγορών και τουριστών, τότε εκ των πραγμάτων πέραν της Ασιατικής αγοράς θα αναφέρονταν στην ανάγκη, ενίσχυσης του θαλάσσιου τουρισμού (κρουαζιέρα – home ports – γιώτ - μαρίνες) στην ενίσχυση του τουρισμού γκόλφ, στην προώθηση των εναλλακτικών μορφών τουρισμού ( αναρρηχητικός – καταδυτικός – αλιευτικός – θρησκευτικός – γαστρονομικός – οινικός – πολιτιστικός – περιπατητικός- χιονοδρομικός και τόσοι άλλοι) στην ανάγκη ενός στρατηγικού σχεδίου της χώρας για τον τουρισμό με ορίζοντα τουλάχιστον δεκαετίας και πολλά άλλα. Ταυτοχρόνως, έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι το Υπουργείο Τουρισμού με πρωτοβουλία του Υφυπουργού κ. Κόνσολα, ανακάλυψε ξαφνικά την έκθεση Πισσαρίδη, πολύ μετά την δημοσίευσή της και έχει ξεκινήσει διάλογο με τους φορείς από τους οποίους ζητούνται εσπευσμένως συγκεκριμένες προτάσεις. Τους μήνες δηλαδή της προετοιμασίας της Έκθεσης Πισσαρίδη, προφανώς το Υπουργείο Τουρισμού, δεν είχε κληθεί να συμμετάσχει. Φθάνουμε λοιπόν στο σημείο, το Υπουργείο Τουρισμού, που προφανώς βλέπει τα κενά της έκθεσης, να προσπαθεί (αν εισακουστεί) να μαζέψει τα πράγματα. Να προστεθούν όσα δεν αναφέρθηκαν μέχρι σήμερα στην έκθεση και εμφανώς λησμονήθηκαν.
Ελπίζουμε ότι όσα προαναφέραμε παραπάνω λησμονήθηκαν τυχαίως. Ελπίζουμε ότι δεν υπήρχε κάποια πρόθεση που θέλει να προλειάνει το έδαφος για να απαξιωθεί ο τουρισμός. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι στις προτάσεις για κάθε κλάδο χωριστά που προβλέπει η έκθεση Πισσαρίδη θα ακολουθήσουν και θα υπάρχουν πολύ πιο συγκεκριμένες και ρητές αναφορές και κατευθύνσεις για το μέλλον του ελληνικού τουρισμού. Προτάσεις για ένα κλάδο, που όχι απλώς στήριξε και θα στηρίζει την ελληνική οικονομία, αλλά ταυτοχρόνως καλύπτει εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις απασχόλησης και έχει ακόμη να προσφέρει αρκετά. Διαφορετικά, οι υποψίες μας για απαξίωση του τουρισμού θα καταστούν βάσιμες, αφού στην έκθεση ως φιλοσοφία απαξιώνονται συνολικώς οι μικρές ατομικές οικογενειακές επιχειρήσεις και αφού ο τουρισμός στην έκθεση δεν φαίνεται να αποτελεί προτεραιότητα. Προφανώς, μια παρόμοια πολιτική θα βρει απέναντι την συντριπτική πλειοψηφία της τουριστικής αγοράς που δεν είναι, όπως πια γνωρίζουν όλοι, καθόλου ευκαταφρόνητη. Δεν θα πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε το πρόσφατο παρελθόν μας. Ας δούμε ξανά πόσες βιομηχανίες που ενισχύθηκαν σοβαρά, παρέμειναν στην Ελλάδα, και ας δούμε αν μετανάστευσε ή μπορεί να φύγει για αλλού, ένα ξενοδοχείο…Και ο νοών νοείτο.»