Η ηλικιακή και γεωγραφική κατανομή των θυμάτων της πανδημίας – Λυγίζει το ΕΣΥ με διασωληνωμένοους να λαμβάνουν θεραπεία εκτός ΜΕΘ
– Ανησυχία των λοιμωξιολόγων για την Αχαΐα.
ΟΝοέμβριος δεν έχει κλείσει τον κύκλο του ακόμη, ο απολογισμός όμως είναι βαρύς: Οι μεταδόσεις, οι νοσηλείες και κυρίως η εκθετική αύξηση των θανάτων στη χώρα μας οδηγούν την κυβέρνηση και τους επιστήμονες σε έναν εσωτερικό απολογισμό για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ελήφθησαν αλλά και για εκείνα που δεν προνοήθηκαν.
Ζήτημα προς διερεύνηση είναι και η επικοινωνιακή αστοχία, κυρίως στην περιφέρεια της χώρας, όπου οι πολίτες φαίνεται να αψηφούν τον κίνδυνο. Είναι ενδεικτικό ότι παρά τη σταθεροποίηση των κρουσμάτων στο σύνολο της επικράτειας, σε 18 περιφερειακές ενότητες καταγράφεται αυξητική τάση – όπως στην Πέλλα, στη Δράμα, στα Γρεβενά, στη Λάρισα, στη Μαγνησία και στα Τρίκαλα -, ενώ την ίδια ώρα οι επιδημιολόγοι αγωνιούν για την Αχαΐα που κινδυνεύει να αποτελέσει τη «Θεσσαλονίκη του Νότου».
Οι συνέπειες όμως μεταφράζονται σε ανθρώπινες απώλειες, καθώς μεταξύ άλλων ασκείται άνιση πίεση σε… αδύναμες και απροετοίμαστες για το μέγεθος της υγειονομικής κρίσης νοσηλευτικές δομές.
Η μαύρη λίστα ανά ηλικία και περιοχή
Τα στοιχεία είναι αδιαμφισβήτητα: Εως τις 31 Οκτωβρίου οι ασθενείς που είχαν αφήσει την τελευταία τους πνοή στα νοσοκομεία της χώρας έπειτα από λοίμωξη COVID-19 δεν ξεπερνούσαν τους 626. Τις 27 ημέρες του Νοεμβρίου σε αυτή τη «μαύρη λίστα» προστέθηκαν 1.476 ανθρώπινες απώλειες.
Η Ελλάδα δεν λοξοδρόμησε από τον γενικό κανόνα που δείχνει ότι παγκοσμίως οι ηλικιωμένοι είναι αυτοί που στην πλειονότητά τους γνωρίζουν το φονικό πρόσωπο του πανδημικού ιού.
Πιο συγκεκριμένα, έως τα τέλη Οκτωβρίου, 513 άνθρωποι ηλικίας 65 ετών και άνω είχαν χάσει τη μάχη για τη ζωή τους. Αλλοι 107 πολίτες 40-64 ετών είχαν αποβιώσει, καθώς επίσης και 6άνθρωποι από 18 έως 39 ετών.
Το βαρύ φορτίο που πληρώνει η χώρα μας εν μέσω πανδημίας αποτυπώνεται εν τούτοις στα αντίστοιχα δεδομένα που συμπεριλαμβάνουν και τον Νοέμβριο. Αναλυτικότερα, έως και τις 27 Νοεμβρίου οι θάνατοι στους ηλικιωμένους αυξήθηκαν κατά 230%, καθώς εκτοξεύτηκαν στους 1.807, ενώ κατά 162% αυξήθηκαν και οι θάνατοι στις ηλικίες 40-64 ετών (συνολικά 281).
Στη Θεσσαλονίκη το 60% των θανάτων
Παράλληλα, η γεωγραφική κατανομή των θανάτων χαρτογραφεί τη σαρωτική πορεία του SARS-CoV-2 στη Βόρεια Ελλάδα. Εως την περασμένη Παρασκευή περίπου 60% των θανάτων είχαν καταγραφεί στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης περιοχής. Την εβδομάδα που μεσολάβησε το αντίστοιχο ποσοστό τείνει να αγγίξει το 70%.
Μοιραία, η ηλεκτρονική έκδοση των «New York Times» κατατάσσει την Ελλάδα ανάμεσα σε εκείνες τις χώρες όπου καταγράφεται ραγδαία αύξηση θανάτων, με αποτέλεσμα η σχετική καμπύλη να κορυφώνεται ακαριαία. Αντίστοιχη επιδημιολογική εικόνα διαπιστώνεται και στη Βουλγαρία, στην Πολωνία, στην Ιταλία, στην Ελβετία και στην Αυστρία, ενώ μετά την Ελλάδα ακολουθούν η Ρουμανία, η Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Και παρότι η εκθετική αύξηση κρουσμάτων οδηγεί με μαθηματική βεβαιότητα και ετεροχρονισμένα σε εκθετική αύξηση θανάτων, το προσωπικό του ΕΣΥ – ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα -, που αντιμετωπίζει έναν υγειονομικό εφιάλτη, παρουσιάζει εικόνα εξάντλησης όμοια με εκείνη των ιταλών συναδέλφων τους την περασμένη άνοιξη.
Τα στατιστικά δεδομένα καταγράφουν τη μάχη που δίνουν γιατροί και ασθενείς: Στα τέλη Οκτωβρίου η θνητότητα στο σύνολο των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων άγγιξε το 1,59%. Εναν μήνα μετά ο αντίστοιχος δείκτης έχει σκαρφαλώσει στο 2%.
Ιδανική νοσηλεία και εξοπλισμός
Μιλώντας στο «Βήμα» ο Κωνσταντίνος Ι. Γουργουλιάνης, καθηγητής Πνευμονολογίας και διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας – που σημειωτέον δέχεται εξίσου ασφυκτική πίεση -, περιγράφει τις ιδανικές συνθήκες νοσηλείας των ασθενών με βαριά συμπτώματα σε κλινικές COVID.
«Κατ’ αρχάς χρειάζεται καταρτισμένο και έμπειρο προσωπικό – ένας πνευμονολόγος με ειδίκευση στην Εντατικολογία, δυο ειδικευμένοι γιατροί αλλά και εξειδικευμένοι νοσηλευτές. Ετσι διασφαλίζεται η συχνή παρακολούθηση των ασθενών, ενώ στενή πρέπει να είναι και η συνεργασία με λοιξωξιολόγο που θα καθορίζει την ενδεδειγμένη αγωγή».
Παράλληλα όμως, σύμφωνα με τον καθηγητή, «χρειάζονται και οι κατάλληλες δομές και εξοπλισμός, όπως ο μη επεμβατικός αερισμός. Επιπλέον, έχει διαπιστωθεί – τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς – ότι η χρήση υψηλής ροής οξυγόνου (High – glow) βοηθάει στην αποφυγή περιττών διασωληνώσεων».
Οσο όμως αυξάνεται η πίεση στο ΕΣΥ, τόσο οι συνθήκες απομακρύνονται από το ιδανικό – πόσω μάλλον σε περιφερειακά νοσοκομεία, όπου παραδοσιακά τα διαθέσιμα μέσα σε έμψυχο και σε άψυχο υλικό υστερούν. Ενδεικτικό το παράδειγμα του νοσοκομείου στο Αγρίνιο, όπου σύμφωνα με τα όσα καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ (ΠΟΕΔΗΝ), ο μοναδικός πνευμονολόγος νοσεί εξαιτίας του πανδημικού ιού.
Στην Πρέβεζα πάλι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δεν υπηρετεί πνευμονολόγος στο νοσοκομείο, ενώ 11 ημέρες τον μήνα απουσιάζει και ο αναισθησιολόγος, με αποτέλεσμα να υπάρχει κενό στην περίπτωση ανάγκης διασωλήνωσης.
Διασωληνωμένοι και εκτός Εντατικής
Και καθώς από το σύνολο των ασθενών που νοσούν το 61% νοσηλεύεται σε νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας, χειρουργεία και αίθουσες ανάνηψης έχουν μετατραπεί σε χώρους νοσηλείας επιβαρυμένων περιστατικών με τη χρήση φορητών αναπνευστήρων.
Αποτελεί δε κοινό μυστικό ότι υπό τις συνθήκες αυτές διασωληνωμένοι ασθενείς λαμβάνουν θεραπεία εκτός Εντατικής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επιπρόσθετα, η πρώτη αεροδιακομιδή 3 ασθενών από την Καβάλα σε νοσοκομεία της Αττικής αποδεικνύει ότι το ΕΣΥ «λυγίζει».
«Η εκθετική αύξηση των απωλειών εξηγείται από το γεγονός ότι εξαντλούνται οι εφεδρείες του συστήματος περίθαλψης, ενώ παράλληλα ασθενούν πολλοί υγειονομικοί, με αποτέλεσμα να βγαίνουν εκτός μάχης. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Νοσοκομείου Δράμας όπου περισσότεροι από 100 υγειονομικοί νοσούν, με την κατάσταση να είναι τραγική. Η λειτουργική κατάρρευση του συστήματος περίθαλψης αποτελεί μέρος της εξήγησης για τη συνεχιζόμενη αύξηση ημερήσιων απωλειών. Και φέρουν ευθύνη οι αρμόδιοι για την κακή προετοιμασία εν όψει του δεύτερο κύματος» τονίζει από την πλευρά του στο «Βήμα» ο νευροχειρουργός και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Νοσοκομειακών Γιατρών (ΟΕΝΓΕ) Παναγιώτης Παπανικολάου.
«Αρση μέτρων μόνο με πληρότητα κάτω από 70% στις Εντατικές»
Ο «σκληρός δείκτης», που έχει μετατραπεί στον απόλυτο ρυθμιστή του πότε και πώς θα ανοίξει η κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα εν όψει των Χριστουγέννων, είναι η πίεση που ασκείται στις ΜΕΘ.
Εως και την περασμένη Παρασκευή στο σύνολο της επικράτειας η πληρότητα των κλινών ΜΕΘ άγγιζε το 88%, ποσοστό που αποδεικνύει ότι η επιδημία… εξοντωτικών συνθηκών λειτουργίας του ΕΣΥ στη Βόρεια Ελλάδα εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα.
Εν τω μεταξύ, και παρά τη σταθεροποίηση των ημερήσιων κρουσμάτων, η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας Βάνα Παπαευαγγέλου προειδοποίησε ότι τις επόμενες δύο εβδομάδες αναμένεται να χρειαστούν νοσοκομειακή περίθαλψη ακόμη 1.600 πολίτες. Από αυτούς οι 250 υπολογίζεται ότι θα μεταφερθούν σε ΜΕΘ.
Η εικόνα που περιγράφουν οι «σκληροί δείκτες» οδηγούν τον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής στο ΕΚΠΑ Νίκο Σύψα να υπογραμμίζει στο «Βήμα» ότι η σταδιακή άρση των μέτρων πρέπει να εφαρμοστεί «εφόσον η πληρότητα των ΜΕΘ πέσει κάτω από το 70% με εκτιμώμενη πτωτική πορεία». Υπολογίζει ότι θα μεσολαβήσουν τουλάχιστον δύο εβδομάδες ώστε να πλησιάσει ή να επιτύχει η χώρα τον στόχο αυτόν.
Τα σχολεία
Βάσει των παραπάνω προβλέψεων είναι πιθανόν το κουδούνι των Δημοτικών Σχολείων να ηχήσει από το νέο έτος – καθώς το σταδιακό unlocking, όπως όλα δείχνουν, θα συμπέσει με τις χριστουγεννιάτικες διακοπές –, ενώ η έναρξη της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να ξεκινήσει από το λιανεμπόριο.
Σε ό,τι αφορά την εστίαση, τα μέλη της Επιτροπής σημειώνουν ότι η συζήτηση αυτή δεν έχει καν αρχίσει…
Και παρότι στο τραπέζι του επιχειρησιακού σχεδιασμού για το unlocking συμπεριλαμβάνεται και η άρση των περιορισμών τμηματικά, «ξεκλειδώνοντας» αρχικά τις λιγότερο επιβαρυμένες περιοχές, ο κ. Σύψας υποστηρίζει ότι το σύστημα των «ζωνών» δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα.
«Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη χώρα ως μία περιφέρεια και να μην τη διαχωρίζουμε σε ασφαλείς και μη ασφαλείς ζώνες» συμπληρώνει ο ειδικός, επικαλούμενος το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, που σε διάστημα μόλις μία εβδομάδας πέρασε από το πράσινο στο… κόκκινο.
Παράλληλα, οι επιστήμονες προλογίζουν έναν δύσκολο χειμώνα, εκτιμώντας ότι με το νέο έτος θα έλθει και το τρίτο κύμα, καθώς κάθε φορά που η κοινωνία θα ανοίγει θα ευνοούνται οι μεταδόσεις.
Συνυπολογίζοντας, δε, την ταχεία εξάπλωση του δεύτερου κύματος και την αργή επίδραση της καραντίνας, αναζητούνται από κυβέρνηση και ειδικούς… χειρουργικές επεμβάσεις που θα αποτρέψουν την άμεση έκρηξη της επιδημιολογικής «βόμβας».
Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον έλεγχο του πληθυσμού, με στόχο την προμήθεια ενός εκατομμυρίου rapid tests τον μήνα, ενώ μελετάται και το σενάριο της εφαρμογής σφιχτών μέτρων σε τοπικό επίπεδο με προορατική αξιολόγηση των δεδομένων.