Τα τελευταία 25 χρόνια το Κράτος και η Αυτοδιοίκηση αρνούνται να επιβάλουν χωροταξικό σχεδιασμό στη χώρα [ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΟΥ ΦΑΡΜΑΚΙΔΗ - ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ]
με μοναδικό στόχο την διαχείριση του Χώρου και του Περιβάλλοντος κατά το δοκούν. Εκ των πραγμάτων λοιπόν, αφού όλες οι αποφάσεις τους δεν έχουν Συνταγματικό έρεισμα, δημιουργήθηκε μια νομολογία από το Συνταγματικό Δικαστήριο, που πολλές φορές είναι πιο αυστηρή από όσο χρειάζεται. Το νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ που βρίσκεται σε διαβούλευση, προσπαθεί να συμμαζέψει όλα αυτά τα πράγματα για να πάψουν πια οι αποφάσεις της Διοίκησης να αποτελούν παγίδες για τον πολίτη. Πιστεύω όμως ότι ορισμένα θέματα δεν αντιμετωπίζονται όπως θα έπρεπε και όπως εγώ πιστεύω ότι εννοεί το Σύνταγμα.
Το άρθρο 24 του Συντάγματος καθορίζει ότι, η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Επίσης στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους υπάγεται η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης. Αυτές οι πρόνοιες του Συντάγματος θεωρούν, ότι αναθέτοντας σε εξειδικευμένους φορείς του Κράτους τη διαχείριση του Περιβάλλοντος, θα μπορούσε να εξασφαλιστεί η αειφορία του και η διαβίωση των έμβιων όντων μέσα σε αυτό, πρωτίστως δε του ανθρώπου.
Το περιβάλλον είναι ένα δυναμικό σύστημα, το οποίο εξελίσσεται και προσαρμόζεται συνεχώς στις μεταβαλλόμενες επιδράσεις και αντιδράσεις μεταξύ των βιοτικών και αβιοτικών παραγόντων από τους οποίους αποτελείται. Ο άνθρωπος ανήκει, εξαρτάται από το περιβάλλον και παράλληλα επεμβαίνει δραστικά στην διαμόρφωση του. Η ανθρώπινη ζωή χωρίς το περιβάλλον δεν έχει πιθανότητα συνέχειας, αλλά ακόμη σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι η ποιότητα της ανθρώπινης ζωής καθορίζεται από την ποιότητα του περιβάλλοντος. Ο άνθρωπος στην εξελικτική του πορεία για να καλύψει τις καθημερινές του ανάγκες μετέβαλε την δομή του περιβάλλοντος με δραστηριότητες αντιπροσωπευτικές για τους εκάστοτε πολιτισμούς, που εμφάνισε η ανθρώπινη ιστορία. Όμως οι μεταβολές αυτές επηρέασαν και την ψυχοσύνθεση του ατόμου και ως εκ τούτου και τη συμπεριφορά του. Η διαβίωση στη κοινωνία άλλαξε και αλλάζει προσαρμοζόμενη στην κλίμακα της πόλης στη οποία ζει ο άνθρωπος.
Η ζωή έξω από τη πόλη ήταν τα παλιά χρόνια η αιτία που δημιουργούσε άτομα με επιθετικό και βίαιο χαρακτήρα. Ο κοινωνικός άνθρωπος λοιπόν είχε ταυτιστεί με αυτόν που ζούσε στη πόλη. Πολύ σωστά όμως ο Αριστοτέλης έβαζε όρια σε αυτή τη πόλη. Τους τελευταίους αιώνες η πόλη όμως μετατράπηκε σε ένα χαοτικό περιβάλλον. Τα μεγάλα κτίρια και η αναγκαία διαβίωση σε περιορισμένους χώρους, αντί να φέρει κοντά τους ανθρώπους τους έχει απομακρύνει και έχει δημιουργήσει αντικοινωνικές καταστάσεις. Βγαίνοντας από το διαμέρισμα της πολυκατοικίας σου δεν λες καλημέρα στον γείτονά σου, σε αυτόν που πριν μερικά χρόνια τον θεωρούσες συμπαραστάτη και αδελφό σου. Είναι λοιπόν η ζωή στη πόλη πολιτισμένη και ανθρώπινη; Εξασφαλίζει λοιπόν η πόλη τους καλύτερους όρους διαβίωσης, όπως ορίζει το Σύνταγμα;
Η φυγή των κατοίκων της πόλης, πρώτα των εύπορων και τώρα σχεδόν όλων, δεν είναι αποτέλεσμα μιας οικονομικής μόνον διαδικασίας. Δεν είναι η φθηνή γη και το αυτοκίνητο που μας στέλνουν να κατοικίσουμε έξω από μια απάνθρωπη πόλη. Είναι το δικαίωμα του καθενός να αναζητήσει καλύτερους όρους διαβίωσης.
Βέβαια δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό το καθεστώς της άναρχης δόμησης, που το Κράτος είχε αφήσει την κοινωνικό οικονομική εξέλιξη του τόπου να κινείται με την λογική του αφήνουμε να γίνει ότι γίνει. Πρέπει το κάθε τι να γίνεται με πρόνοια και σε βαθμό που να είναι αντιμετωπίσιμο και να μην είναι αιτία καταστροφών και μη αναστρέψιμων καταστάσεων. Όμως το Κράτος δεν έχει ακόμη καταφέρει να βάλει τα πραγματικά όρια πέραν των οποίων η οποιαδήποτε επέμβαση είναι καταστροφή. Δεν κατάφερε να διασφαλίσει τους αιγιαλούς, τα ποτάμια, τα δάση με το σωστό τρόπο. Ενώ ανέλαβε πριν 10 περίπου χρόνια να οριοθετήσει τους αιγιαλούς, ακόμη τώρα δεν έχει κάνει τίποτε και προσπαθεί αποσπασματικά να μεταθέτει στον ιδιώτη την αρμοδιότητά του. Ενώ λοιπόν το Σύνταγμα θεωρεί ότι το Κράτος είναι η μοναδική εγγύηση για την προστασία του περιβάλλοντος, το ίδιο το Κράτος απεμπολεί αυτή του την ιδιότητα.
Τώρα προέκυψε και κάτι καινούργιο. Οι κοινόχρηστοι χώροι που βρίσκονται σε εκτός Σχεδίου περιοχές δεν υπάρχουν πολεοδομικά. Αυτό είναι μια ανόητη αντίφαση, αφού οι δρόμοι υπάρχουν και είναι ιδιοκτησίας του Δήμου. Ουσιαστικά όμως, με αυτό το μέτρο αντί να αυξάνονται οι κοινόχρηστοι χώροι εκμηδενίζονται. Η λογική αυτή προκύπτει προφανώς από οικονομικά κριτήρια. Γίνεται προσπάθεια μείωσης τους για να μην επιβαρύνονται οι Δήμοι. Τα κοινόχρηστα δίκτυα και υπηρεσίες δεν μπορεί όμως να καθορίζονται με οικονομικά κριτήρια, γιατί πάνω από όλα πρέπει να σκεπτόμαστε τον άνθρωπο και τη σωστή διαβίωση του. Αν το Κράτος θέλει να μην επωμίζεται οικονομικά βάρη ας τα μεταφέρει στον ιδιώτη, επιβάλλοντας όρους.
Το Σύνταγμα άλλωστε ορίζει ότι, για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει. Γιατί λοιπόν δεν μπορεί να γίνει το ίδιο και στην εκτός Σχεδίου δόμηση και μάλιστα με επιπλέον την οικονομική επιβάρυνση της συντήρησης τους;
Αυτά μπορούν να γίνουν με διασταλτική ερμηνεία του Συντάγματος ώστε να καθορίζεται γύρω από τους οικισμούς ζώνη (500-1.000 μ. ανάλογα με τον οικισμό), ως εκτός Σχεδίου οικιστική περιοχή και να δίνεται η δυνατότητα δημιουργίας κοινοχρήστων χώρων με εισφορά, ακόμα και σε όλα τα όρια του γηπέδου, ώστε να συνενώνονται εκ των πραγμάτων και να αποτελούν πλέγμα κοινοχρήστων χώρων, που η ευθύνη της συντήρησης τους θα μεταβιβάζεται από τον Δήμο στους ιδιώτες. Με την ίδια λογική θα καλύπτονται και οι δαπάνες όλων των κοινόχρηστων δικτύων. Το ίδιο μπορεί να γίνει και με τον σχεδιασμό σε ειδικές περιοχές που θα θωρηθούν κατάλληλες γι’ αυτήν την χρήση. Έτσι θα δημιουργούνται περιοχές ανθρώπινης διαβίωσης χωρίς οικονομικές επιπτώσεις στο Κράτος. Διότι αν κανείς ισχυριστεί ότι η αντιμετώπιση της εκτός σχεδίου περιοχής με τον τρόπο που γίνεται σήμερα θέλει να προστατεύσει τους καλύτερους όρους διαβίωσης, αυτό δεν είναι πραγματικό. Μάλιστα το μέτρο αυτό μπορεί να επεκταθεί και αναδρομικά σε υφιστάμενα κτίρια, αφού δεν δημιουργεί δαπάνες ή ανέφικτες καταστάσεις.
Ο αντίλογος που μπορεί να υπάρξει είναι, ότι προβλέπεται η ιδιωτική πολεοδόμηση. Ένα μέτρο που έχει αντιγραφεί από τις αγγλοσαξονικές χώρες, που και αυτό οδηγεί σε δημιουργία οικισμών ακόμη πιο απάνθρωπων και από τις πόλεις μας. Πιστεύω λοιπόν πως είναι καλό να πάψουμε να σχεδιάζουμε με «Ευρωπαϊκά» πρότυπα και ας δούμε τα Ελληνικά, αυτά τα πρότυπα που δημιούργησε η παιδεία των Ελλήνων μετά από χιλιάδες χρόνια κοινωνικής συμβίωσης και πολιτισμού.