Το Γραφείο Αιχμαλώτων του Ε.Ε.Σ., που επανιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1940 (είχε ιδρυθεί αρχικά το 1915), ύστερα από πρόταση της Ελληνικής κυβερνήσεως και σχετική συνεννόηση μαζί της,
για την υπεύθυνη κι αυθεντική παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων της Διεθνούς Συμβάσεως της Γενεύης του 1929 περί των αιχμαλώτων πολέμου, την έρευνα κι εξακρίβωση της τύχης των συλλαμβανομένων από τις Ιταλικές Δυνάμεις Ελλήνων αιχμαλώτων και όμηρων, κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41, το γενικότερο έλεγχο των συνθηκών κράτησης και διαβιώσεως των αιχμαλώτων του πολέμου τούτου στα διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, την εξυπηρέτηση της αλληλογραφίας τους με τους οικείους τους και τη μέριμνα της υγειονομικής ιδιαίτερα περιθάλψεως των Ιταλών αιχμαλώτων στη χώρα μας, και κατέστη Εθνικό Γραφείο Αναζητήσεων με την επίσημη κρατική αναγνώριση της πολύμορφης κι εκτεταμένης πατριωτικής και ανθρωπιστικής του δραστηριότητος, συνέχισε μ' εντατικό και πυρετώδη ρυθμό το σπουδαίο και πολυσήμαντο έργο του, που απέβη, μετά την κατάρρευση του Ελληνικού μετώπου και την Αξονική κατοχή της Ελλάδος, αφάνταστα δύσκολο, πολυσύνθετο κι επίμοχθο, με την απίθανη πλημμυρίδα των περιπτώσεων που είχε ν' αντιμετωπίσει, τη δραματική πολυπλοκότητα των υποθέσεων που είχε να καταγράψει κι εξετάσει, και την πολυμέρεια της δράσεως που είχε ν' αναπτύξει, για την πραγμάτωση των σκοπών και των στόχων του.
Τη δυσχερέστατη κι εργώδη αυτή προσπάθεια είχαν αναδεχθεί οι ακαταπόνητες κι άοκνες Ερυθροσταυρίτισσες Σοφία Μ. Μαυρογορδάτου - δ/ντρια του Γραφείου, Αλεξάνδρα Θιακάκη και Αικατερίνη Πανά - αμεσότερες συνεργάτιδες της, που ανταποκρίθηκαν στην κρίσιμη και βαρυσήμαντη αυτή αποστολή τους με θαυμαστή επιτηδειότητα, ικανότητα κι αξιοσύνη, επικουρούμενες δραστικά από τα λοιπά εξαίρετα μέλη της ειδικής Επιτροπής του Γραφείου - Λένα Ζαρίφη, Αλκ. Κωδούνη, Φ. Μελετοπούλου, Α. Παΐζη, Λίνα Παπαγεωργίου, Αλ. Παπαδοπούλου, Μ. Σαμαρά και Ε. Τσιμπούκη - και το φιλόμοχθο κι επιμελέστατο προσωπικό του.
Για τη μεθοδικότερη κι αποτελεσματικότερη διεξαγωγή κι επιτέλεση του έργου του, το Γραφείο Αιχμαλώτων του Ε.Ε.Σ. περιελάμβανε επτά, κυρίως, ειδικότερα τμήματα:
α) Τμήμα πληροφοριών, που με βάση τα συγκεντρούμενα από τ’ αρμόδια Τμήματα του Γραφείου στοιχεία, παρείχε πληροφορίες για την τύχη Ελλήνων και Συμμάχων στρατιωτικών αιχμαλώτων, καθώς και ομήρων και πολιτικών κρατουμένων των Αρχών κατοχής σε φυλακές και στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κι ανελάμβανε με αιτήσεις των ενδιαφερόμενων συγγενών τους την αναζήτηση - μέσω των οικείων οργάνων του Γραφείου - αγνοούμενων προσώπων. Το Τμήμα τούτο συγκέντρωνε καθημερινά σωρεία σχετικών αιτήσεων από πλήθος ανθρώπων, που κατέφευγαν σ’ αυτό με την αγωνιώδη προσδοκία να μάθουν για την τύχη και υγεία των οικείων τους.
β) Τμήμα στρατιωτικών αιχμαλώτων και αγνοουμένων, που διέθετε δύο τομείς δραστηριότητος: 1) την κατάρτιση πλήρων και λεπτομερών πινάκων των Ελλήνων και Συμμάχων στρατιωτικών αιχμαλώτων των Δυνάμεων κατοχής και του τόπου της κρατήσεώς τους, έργο που διευκόλυνε αποφασιστικά η άμεση συνεργασία και σύμπραξη του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταυρού και των Ερυθρών Σταυρών Γερμανίας, Ιταλίας και Βουλγαρίας, και 2) την αναζήτηση, με την ενεργό και πάλι συνδρομή του Διεθνούς Κομιτάτου και των παραπάνω Ερυθροσταυρικών Συλλόγων, αγνοουμένων Ελλήνων στρατιωτικών, αναζητούμενων από τους οικείους τους. Τη σχετική προσπάθεια συνέτρεχε και η Τουρκική Ερυθρά Ημισέληνος, προκειμένου για καταφυγόντες στην Τουρκία Έλληνες στρατιωτικούς (στην Τουρκία είχαν καταφύγει, τον Απρίλιο του 1941, τμήματα του Ελληνικού στρατού της Δυτικής Θράκης, για ν' αποφύγουν την αιχμαλωσία τους από τις προελαύνουσες Γερμανικές Δυνάμεις. Οι Έλληνες στρατιωτικοί είχαν μεταφερθεί από τις Τουρκικές Αρχές στην Κεσάνη της Ανατολικής Θράκης και βραδύτερα σε στρατόπεδα της Περγάμου, Νίγδης και Ικονίου. Οι περισσότεροι απ' αυτούς - 2.500 - επαναπατρίσθηκαν, ύστερα από σχετικές συνεννοήσεις της κατοχικής κυβερνήσεως των Αθηνών με την κυβέρνηση της Άγκυρας και τη συγκατάθεση των Γερμανικών Αρχών κατοχής. Στην Τουρκία διεπεραιώνοντο επίσης κρυφά, στα χρόνια της ξενικής κατοχής, Έλληνες στρατιωτικοί και ιδιώτες, προκειμένου να καταταγούν στον Ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής). Ένας συμπληρωματικός τομέας δραστηριότητος τού Τμήματος τούτου αφορούσε τη σύνταξη καταλόγων των φονευθέντων στρατιωτικών. Τους πίνακες των Ελλήνων στρατιωτικών αιχμαλώτων και τις σχετικές με αγνοούμενους στρατιωτικούς πληροφορίες κι εξακριβώσεις, το Γραφείο του Ε.Ε.Σ. γνωστοποιούσε ανελλιπώς στο Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, για την ενημέρωση των μητρώων του. Ιδιαίτερο πρόβλημα είχε δημιουργήσει στα πλαίσια της δραστηριότητος αυτής, η εξαιτίας των φονικότατων μαχών των Μακεδονικών και Θρακικών συνόρων - μετά τη ραγδαία ναζιστική εισβολή στη Χώρα μας, τον Απρίλιο του 1941 - αναπόφευκτη αδυναμία της Ελληνικής Στρατιωτικής Υγειονομικής Υπηρεσίας να ολοκληρώσει την ταφή των νεκρών μαχητών και την περισυλλογή των τραυματιών, πολλοί από τους οποίους είχαν διακομισθεί από τις υγειονομικές υπηρεσίες του Γερμανικού στρατού, είχαν νοσηλευθεί σε Βουλγαρικές πόλεις της μεθορίου και κρατηθεί, στη συνέχεια, από τις Βουλγαρικές Αρχές. Για τον επαναπατρισμό τούτων ο Ε.Ε.Σ. είχε καταβάλει σύντονες προσπάθειες.
γ) Τμήμα πολιτικών κρατουμένων και ομήρων, που είχε επιφορτισθεί με την αλγεινή κι επίπονη παρακολούθηση της τύχης των αθρόα συλλαμβανόμενων από τις Δυνάμεις κατοχής πολιτών κι εγκλεισμένων σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως και φυλακές, είτε ως ομήρων και πολιτικών κρατουμένων, είτε ως υποδίκων και καταδίκων για πράξεις κι ενέργειες στρεφόμενες κατ’ αυτών. Το Τμήμα τούτο είχε καταρτίσει, βάσει πληροφοριών, εκθέσεων κι αιτήσεων των οικείων τους, ειδικό ογκώδες μητρώο, που περιελάμβανε τις περιπτώσεις χιλιάδων ατόμων, ανηκόντων στις παραπάνω κατηγορίες κρατουμένων. Το Τμήμα είχε ασχοληθεί, επίσης, εντατικά με τις περιπτώσεις των 1.500 Ελλήνων ομήρων, πού είχαν συλληφθεί από τους Ιταλούς στα παραμεθόρια χωριά μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας, και των 2.500 Ελλήνων πολιτικών κρατουμένων στην Ιταλία.
δ) Τμήμα αναζητήσεως αγνοουμένων ιδιωτών, που αφορούσε δύο άξονες δράσεως, την αναζήτηση αγνοουμένων ιδιωτών, ύστερα από αιτήσεις των οικείων και συγγενών τους, και τη διευκόλυνση της επικοινωνίας των ευρισκόμενων στην κατεχόμενη Ελλάδα οικογενειών με τους διαμένοντες στο εξωτερικό οικείους τους, και αντίστροφα, καθώς και σε αποκλεισμένα από τις Δυνάμεις κατοχής διαμερίσματα της Χώρας - όπως π.χ. οι Βουλγαροκρατούμενες περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης. Το Τμήμα είχε διεκπεραιώσει μ’ επιτυχία πολλές χιλιάδες σχετικών αιτήσεων, με τη συνδρομή - προκειμένου ιδιαίτερα για το εξωτερικό - του Διεθνούς Κομιτάτου της Γενεύης, κι είχε ασφαλώς διαβιβάσει 110.000 οικογενειακά μηνύματα.
ε) Τμήμα ναυτικών υποθέσεων, που ασχολείτο, κατόπιν σχετικών αιτήσεων, με την έρευνα της τύχης Ελλήνων ναυτικών, πληρωμάτων πολεμικών κι εμπορικών σκαφών. Στο Τμήμα είχαν υποβληθεί, για το σκοπό τούτο, 11.400 αιτήσεις συγγενών τους. Η έρευνα αύτη ήταν, φυσικά, δυσχερέστατη κι απαιτούσε συνεχή και μακροχρόνια προσπάθεια, λόγω των τραγικών και δυσυπέρβλητων δυσκολιών του πολέμου, που τις επέτειναν ακόμη περισσότερο οι επαχθέστατες κατοχικές συνθήκες της Χώρας μας. Με την τελεσφόρα, όμως, συνδρομή του Διεθνούς Ερυθροσταυρικού Κομιτάτου και την άκαμπτη κι αμείωτη επιμονή του Τμήματος, ένας αριθμός αιτήσεων - 1.700 - είχε αίσια διεκπεραιωθεί με την εξακρίβωση της καλής υγείας των ναυτικών, που αφορούσαν.
στ) Τμήμα Βοηθείας, που συνιστούσε μιαν άλλη πολυσήμαντη αλτρουιστική διάσταση στο πολύπτυχο και κρίσιμο ανθρωπιστικό έργο, που επιτελούσε μ' ευεργετική προσφορότητα το Γραφείο Αιχμαλώτων του Ε.Ε.Σ. Το Τμήμα τελούσε υπό ειδική Επιτροπή Βοηθείας, που την αποτελούσαν οι θαυμάσιες κι ανυπέρβλητες σε πατριωτική γενναιοφροσύνη, φιλανθρωπική μεγαλοψυχία κι αγαθοποιό δραστηριότητα, αφοσιωμένες κι απτόητες Ερυθροσταυρίτισσες Βιργινία Ζάννα - ως πρόεδρος, Ελένη Δεκάζου, Μάρθα Ελευθερουδάκη, Ρένα Κ. Ζαρίφη, Μαρία Θεοτόκη, Κοσμετάτου, Αλ. Κριάρη, Αρ. Λεκκού, Λούλα Μακρή, Μαρία Μαντζούνη, Ιωάν. Σάντερς, Μελίκα Σημαντήρα και Δέσποινα Σιφναίου - ως μέλη.
(στην εικόνα Μέλη της Επιτροπής βοηθείας του Ε.Ε.Σ. διανέμουν σε κρατουμένους κατοχικού στρατοπέδου συγκεντρώσεως δέματα βοηθείας).
Το έργο του Τμήματος και της Επιτροπής Βοηθείας περιελάμβανε:
Την πραγματοποίηση τακτικών επισκέψεων των μελών τους, που ήταν αξιωματούχες Εθελόντριες Αδελφές Νοσοκόμες του Ε.Ε.Σ., στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τις φυλακές και τους τόπους εξορίας - ύστερα από έγκριση και συγκατάθεση των Αρχών κατοχής - για την επιτόπια διακριτική παρατήρηση κι εξακρίβωση των συνθηκών κρατήσεως και τη διαπίστωση της επισιτιστικής και υγιεινής καταστάσεως των κρατουμένων. Στρατόπεδα συγκεντρώσεως λειτουργούσαν, βασικά, κατά την κατοχή: Υπό Γερμανική διοίκηση σε Δαφνί, Θεσσαλονίκη, Κοκκινιά, Τατόι και Χαϊδάρι. Υπό Ιταλική διοίκηση σε Γύθειο, Καλάβρυτα, Λάρισα, Ναύπλιο, Τίρυνθα και Τρίκαλα. Υπό Ελληνική διοίκηση, τέλος, με Γερμανική ή Ιταλική εποπτεία, σε Άγ. Ευστράτιο, Ακροναυπλία, Ανάφη, Γαύδο και Φολέγανδρο.
- Την υποβολή στη Διοίκηση του Ε.Ε.Σ. σχετικών εμπιστευτικών αναφορών κι εκθέσεων, για την ανάληψη από μέρους της, με τη συνδρομή και της ηγεσίας των Επιτροπών Βοηθείας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, κατάλληλων και πρόσφορων χειρισμών προς επίτευξη βελτιώσεως των ορών κρατήσεως.
- Την επιδίωξη αναβαθμίσεως, σε συνεργασία με τις Γερμανικές ή Ιταλικές διοικήσεις τους και τ' αρμόδια όργανα τους, της υγειονομικής αρωγής και περιθάλψεως των κρατουμένων - με προσωπική προσφορά Εθελοντριών Αδελφών Νοσοκόμων του Ε.Ε.Σ., όπου ήταν επιτρεπτή κι εφικτή, και τη διάθεση για το σκοπό τούτο φαρμακευτικών εφοδίων, προερχόμενων από τον Ε.Ε.Σ. και τις Διεθνείς Ερυθροσταυρικές Επιτροπές Βοηθείας.
- Τη διανομή στους κρατουμένους χρηματικών βοηθημάτων, προερχόμενων από τον Ε.Ε.Σ. και ιδιωτικές προσφορές, και ρουχισμού και δεμάτων βοηθείας με τρόφιμα, είδη προσωπικής καθαριότητος - σαπούνι, προσόψια, μανδήλια - προερχόμενα από τον Ε.Ε.Σ., τις Επιτροπές Βοηθείας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και αδελφούς Ερυθροσταυρικούς Συλλόγους του εξωτερικού.
- Την επιδέξια μεσολάβηση στις αρμόδιες κατοχικές Αρχές, προς απελευθέρωση όμηρων και πολιτικών κρατουμένων, που την ενδείκνυαν σοβαρότατοι ανθρωπιστικοί λόγοι - ασθένεια κ.ά. - και για τον περιορισμό και την κράτηση των οποίων δεν συνέτρεχε ειδικότερη, συγκεκριμένη αιτία.
Ιδιαίτερα η Επιτροπή Βοηθείας του Γραφείου Αιχμαλώτων του Ε.Ε.Σ. είχε μεριμνήσει - με την άδεια των Γερμανικών Αρχών - για την εξυπηρέτηση της νοσηλευτικής περιθάλψεως των Συμμάχων τραυματιών αιχμαλώτων (Βρετανών, Αυστραλών, Νεοζηλανδών κ.ά.), μετά την κατάρρευση του Ελληνικού μετώπου, στα πρόχειρα Στρατιωτικά Νοσοκομεία, που είχαν εγκατασταθεί τότε στα κτίρια του Αμερικανικού Κολλεγίου Ψυχικού, του Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Αναμορφωτικού Σχολείου Κοκκινιάς, και για την ανθρωπιστική αρωγή τους κατά τη μεταγωγή τους, μετά την αποθεραπεία τους - μέσω Θεσσαλονίκης - στη Γερμανία. Η στοργική εκείνη μέριμνα για τους Συμμάχους μαχητές της ελευθερίας, είχε προκαλέσει το θαυμασμό και σεβασμό των υγειονομικών υπηρεσιών των Γερμανικών Δυνάμεων κατοχής και την επίσημη αναγνώριση του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταύρου.
Το σημαντικότατο πατριωτικό και ανθρωπιστικό έργο της Επιτροπής Βοηθείας του Ε.Ε.Σ. είχαν θετικά συνδράμει οι αντιπρόσωποι των Ερυθρών Σταυρών Γερμανίας Ε. Djiobek και Ιταλίας G. Arno, και πρόθυμα διευκολύνει ο εκπρόσωπος της Ιταλικής κυβερνήσεως στην Ελλάδα Πελλεγκρίνο Γκίτζι και ο αρχηγός των Καραμπινιέρων συνταγματάρχης Andreini.
Εξάλλου, όπου η πρόσβαση των μελών της Επιτροπής του Ε.Ε.Σ. ήταν αδύνατη, η συμβολή και εισφορά της καθολικής μοναχής - αδελφής Ελένης Καπάρι - κόρης διάσημου αιγυπτιολόγου, προικισμένης με σθεναρή θέληση κι ακατάβλητη δραστηριότητα - ήταν πολύτιμη κι ανεκτίμητη. Η αδελφή Ελένη, χάρη στην εγκάρδια φιλία της με την πριγκίπισσα διάδοχο της Ιταλίας, είχε τη δυνατότητα κι ευχέρεια, με τη διαρκή ανοχή της Ιταλικής Στρατιωτικής Διοικήσεως, να επισκέπτεται ανεμπόδιστα τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τις φυλακές και τους τόπους εκτοπίσεως, και να εξυπηρετεί το έργο της Επιτροπής Βοηθείας του Ε.Ε.Σ.
ζ) Τμήμα λογιστηρίου, που ασχολείτο με τα οικονομικά του Γραφείου Αιχμαλώτων. Τα απαιτούμενα μεγάλα χρηματικά ποσά, για την πραγμάτωση του έργου του Γραφείου Αιχμαλώτων και ειδικότερα για τη διανομή απ' αυτό χρηματικών βοηθημάτων και ειδών βοηθείας - μόνο για χρηματικά βοηθήματα και δέματα βοηθείας σε Βρετανούς, Αυστραλούς, Νεοζηλανδούς και Σέρβους αιχμαλώτους στην Ελλάδα είχαν δαπανηθεί τους πρώτους μήνες της κατοχής 1.313.000 δραχμές - προήρχοντο από ειδικές δωρεές προς τον Ε.Ε.Σ., το υπόλοιπο του Αμερικάνικου Εράνου Περιθάλψεως και προσφορές του Ιδρύματος «Near East Foundation», της «Φανέλας του Στρατιώτου» και διαφόρων οργανώσεων. Η κατοχική κυβέρνηση είχε επίσης χρηματοδοτήσει, το Δεκέμβριο του 1943, την αλτρουιστική προσπάθεια του Γραφείου με 850.000.000 πληθωρικές δραχμές.
Οι δεκάδες χιλιάδες των κιτρινισμένων από το χρόνο καρτελών και φακέλων του αρχείου της σημερινής Διεύθυνσης Αναζητήσεων του Ε.Ε.Σ. - που διαδέχθηκε το παλιό Γραφείο Αιχμαλώτων - αποτελούν εύγλωττη κι εναργή βεβαίωση και μαρτυρία του τεράστιου σ’ έκταση, πολυπλοκότητα και μόχθο έργου, πού διεξήγαγε τότε το Γραφείο Αιχμαλώτων του Ε.Ε.Σ., προσδιορίζουν το πελώριο μέγεθος της ανθρωπιστικής προσφοράς του, κι αναπλάθουν με δραματικότητα τη συγκλονιστική ψυχική γεύση της κατοχικής τραγωδίας.
Επιμέλεια :
Σώμα Εθελοντών Σαμαρειτών, Διασωστών & Ναυαγοσωστών
Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού Ρόδου
(απόσπασμα από το βιβλίο του Ξενοφώντος Πανταζίδη «Η Ιστορία του Ε.Ε.Σ.» τόμος Α’)