Είναι μοναδικά στο είδος τους και δεν αληθεύει ότι δεν αντιμετωπίζουν εχθρούς - Τo πραγματικό πρόβλημα στο νησί είναι τα αιγοπρόβατα.
Για τα ελάφια της Ρόδου, το σύμβολο του νησιού με το γλυκό βλέμμα και την άγρια φύση του, μίλησε στην "δημοκρατική" η κα Αικατερίνη Βελώνη, κτηνίατρος, ειδική MSc, υγιεινολόγος και προϊσταμένη του Τμήματος Κτηνιατρικής Δήμου Ρόδου.
Με αφορμή τις εξελίξεις που έλαβαν χώρα σε πολλά επίπεδα, τις αντιδράσεις των αγροτών αλλά και την απόφαση του περιφερειακού συμβουλίου Νοτίου Αιγαίου για εκπόνηση νέας μελέτης με στόχο την επακριβή καταμέτρηση και τους τρόπους μείωσης του πληθυσμού στο νησί, η κα Βελώνη ξεκαθαρίζει (με την ιδιότητά της ως κτηνίατρος, γνωρίζουσα πολύ καλά τα ελάφια της Ρόδου) ποια είναι η πραγματική κατάσταση και μιλάει για την αναπαραγωγή, τον τρόπο ζωής αλλά και την θνησιμότητα των ελαφιών.
«Το ελάφι της Ρόδου, γνωστό ως Πλατώνι και Ντάμα – Ντάμα είναι γηγενές ζώο, από την αρχαιότητα –τους πρώιμους νεολιθικούς χρόνους. Είναι πολύ μεγάλης σημασίας ζώο –και αυτό το κατάλαβαν ακόμη και οι Ιταλοί (γι’ αυτό και θέσπισαν νόμους για την προστασία του, επί Ιταλοκρατίας). Είναι γεγονός πως το είδος ‘Πλατώνι’ υπάρχει και σε άλλες χώρες όπως οι ΗΠΑ. Η διαφορά όμως του Ροδίτικου ελαφιού, είναι ότι επειδή ήταν ένας απομονωμένος πληθυσμός από τους προϊστορικούς χρόνους, έχει εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά. Έχει χαρακτηριστικά, που δεν έχει κανένα άλλο ‘Πλατώνι’. Είναι το ‘Ελάφι της Ρόδου’ και δεν υπάρχει πουθενά αλλού σε ολόκληρο τον κόσμο (!).
Επιπλέον, να σημειώσουμε ότι υπάρχει μια εικασία ότι οι Ιππότες, είχαν φέρει ελάφια από άλλες περιοχές για να ενισχύσουν τον τότε πληθυσμό, με σκοπό να αναπτυχθεί περισσότερο, το κυνήγι. Μπορεί να έγινε αυτό, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως αποτελεί γηγενές είδος. Αυτό έχει αποδειχθεί εδώ και χρόνια, με επιστημονικό τρόπο και από γονιδιακές μελέτες που έκανε ένας Φλωρεντίνος καθηγητής ενώ, αξίζει να σημειωθεί ότι είναι όλα ακριβώς ίδια. Δεν μοιάζουν με κανένα άλλο είδος. Αυτός είναι ακόμη ένας λόγος σπουδαιότητας και προστασίας του ζώου.
Σχετικά με τα όσα λένε κατά καιρούς ότι τα ελάφια της Ρόδου, αναπτύσσονται υπέρμετρα επειδή δεν υπάρχει φυσικός εχθρός, έχω να διευκρινίσω τα εξής: τα ελάφια της Ρόδου, έχουν φυσικούς εχθρούς. Μπορεί να μην έχουμε στο νησί λύκους, αλλά υπάρχουν τα κοράκια, τα γεράκια και οι αετοί. Όταν τα θηλυκά γεννούν, αναγκάζονται να απομακρύνονται από τα νεογνά τους για 1-2 ημέρες, για να αναζητήσουν τροφή και να θηλάσουν. Τα κοράκια βρίσκουν την κατάλληλη στιγμή και τους βγάζουν τα μάτια με αποτέλεσμα να μην μπορούν να επιβιώσουν. Επίσης, τα μικρά ελαφάκια, γίνονται βορά για τα αρπακτικά γεράκια και τους αετούς (που υπάρχουν στην Ρόδο). Συνεπώς, υπάρχουν εχθροί και η φύση έχει βρει τον τρόπο να είναι αυτοπεριοριζόμενος ο πληθυσμός των ελαφιών. Σε καμία περίπτωση, δεν αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα» -όπως δήλωσε.
Η τελευταία μελέτη του ΑΠΘ έδειξε ότι στη Ρόδο, ο πληθυσμός των ελαφιών είναι περίπου τα 4.600 άτομα ενώ τα ελάφια που υπάρχουν στο Ελαφοκομείο Ρόδου, δεν φτάνουν ούτε τα 100 εδώ και 25 περίπου χρόνια.
«Πρέπει να πούμε ότι πολλά θηλυκά ελάφια, πεθαίνουν στην δυστοκία (τόσο αυτά που ζουν ελεύθερα, όσο και στο Ελαφοκομείο). Αυτό συμβαίνει διότι, τα ελάφια είναι μονοδημοτόκα ζώα (γεννούν ένα ζώο). Αυτά τα ζώα, έχουν δύσκολη γέννα σε αντίθεση με τα ζώα που γεννούν πολλά κι έχουν εύκολη γέννα. Δυστυχώς, το ελάφι είναι άγριο ζώο και είναι δύσκολο να επέμβει ο άνθρωπος. Αυτό επιφέρει θάνατο.
Ένας ακόμη λόγος, είναι οι διαμάχες που γίνονται ανάμεσα στα αρσενικά για την διεκδίκηση του θηλυκού. Σε κάθε αγέλη (που αποτελείται από 15-30 ζώα ηγείται ένας αρσενικός, που γονιμοποιεί όλα τα θηλυκά. Αν παρουσιάζεται άλλο αρσενικό, ξεκινά αντιπαλότητα και ‘μάχες’ με τα κέρατα όπου απομένει –συνήθως- μόνον ένας! Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι η φύση έχει βρει τρόπο να αυτοπεριορίζεται ο πληθυσμός.
Κατά την άποψή μου, οι αντιδράσεις για την καταστροφή των καλλιεργειών, δεν είναι σωστή. Τις μεγαλύτερες καταστροφές, τις προκαλούν τα κατσίκια (αιγοπρόβατα, αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία είναι κατσίκια), ο αριθμός των οποίων είναι τεράστιος σε σχέση με των ελαφιών. Είναι γεγονός πως η αναλογία των κατσικιών προς τα ελάφια, είναι (σχεδόν) 200 προς 5 (!!!)».
Σημειώνεται πως οι καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν το περασμένο καλοκαίρι την Ρόδου, επηρέασαν το περιβάλλον όπου διαβιούν τα ελάφια, αφού έχασαν τον βιότοπό τους.
«Στις πυρκαγιές, κάηκαν πολλά ελάφια –όπως κάηκαν και πολλά άγρια ζώα- ενώ όσα τραυματίστηκαν, δεν κατάφεραν να επιβιώσουν. Εφόσον καταστράφηκε ο βιότοπός τους, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν για να ζήσουν και να βρουν τροφή. Ωστόσο, είναι ανταγωνιστικά με το κατσίκι αλλά το δεύτερο, είναι οικόσιτο και δεν θα έπρεπε να έχει πρόβλημα με την εύρεση τροφής».
Κληθείσα να σχολιάσει την απόφαση του περιφερειακού συμβουλίου Νοτίου Αιγαίου για εκπόνηση νέας μελέτης, από επίσημο φορέα, με στόχο την επακριβή καταμέτρηση και τους τρόπους μείωσης του πληθυσμού στο νησί, η κα Βελώνη, ξεκαθάρισε τα εξής:
«Προσωπικά δεν πιστεύω ότι χρειάζεται να γίνει μείωση του πληθυσμού. Ίσως κάποια μεταφορά, αλλά πρέπει να γνωρίζετε ότι τα ελάφια είναι πάρα πολύ ευαίσθητα ζώα. Για να μεταφερθούν πρέπει να εγκλωβιστούν και να ναρκωθούν. Σε αυτή την κατάσταση, στρεσάρονται τόσο πολύ που σε μεγάλα ποσοστά, πεθαίνουν! Γι’ αυτό υπάρχει το ρητό που λέει ‘όταν καταφέρεις να πιάσεις ένα ελάφι, πεθαίνει’. Αυτό σημαίνει ότι έχει φτάσει σε σημείο που δεν αντέχει άλλο.
Παλαιότερα, είχαν γίνει προσπάθειες να μεταφερθούν μερικά ελάφια σε κάποια άλλα μέρη. Επιβίωσαν μόνον στην Κύπρο και στην Λέσβο, όπου υπάρχουν κάποιοι μικροί πληθυσμοί του ροδίτικου ελαφιού. Σε άλλα μέρη όπως π.χ. στη Θεσσαλονίκη, δεν κατάφεραν να επιβιώσουν. Δε νομίζω ότι είναι μια εύκολη υπόθεση. Το Ελάφι της Ρόδου, είναι ένα ζώο πλήρως εξοικειωμένο και προσαρμοσμένο στις κλιματολογικές συνθήκες και στην πανίδα του νησιού. Δεν μπορεί να πάει αλλού. Κατ ουσίαν, δεν τίθεται θέμα. Ίσως να προτάσσεται και να παρουσιάζεται ως πρόβλημα αυτό, για να καλυφθούν κάποια άλλα θέματα…» -κατέληξε η κ. Βελώνη.
Τέλος, σε ερώτηση εάν η δημιουργία προστατευτικών πάρκων θα ήταν εναλλακτική λύση, η κα Βελώνη εξέφρασε την επιφύλαξή της, αφού παραμένει άγριο ζώο.
Συνέντευξη στην Πέγκυ Ντόκου | Dimokratiki.gr