Τι λένε οι ειδικοί για την ανάγκη άμεσης έναρξης αντιπλημμυρικών έργων και αποκατάστασης των καμένων στη Ρόδο.
Ποια είναι η επόμενη ημέρα για τη Ρόδο μετά την καταστροφή; Τα 206.600 στρέμματα δασικών και γεωργικών εκτάσεων που κάηκαν αφήνουν μια σημαντική πληγή στο νησί. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα αντιπλημμυρικά έργα πρέπει να «τρέξουν» άμεσα, έχοντας οδηγό τα διδάγματα της μεγάλης φωτιάς του 2008 στο νησί. Ειδική μέριμνα πρέπει να ληφθεί για τις εκτάσεις που κάηκαν για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια, αλλά και για το πλατώνι, το προστατευόμενο είδος της οικογένειας των ελαφιδών.
Σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για τις δασικές πυρκαγιές (EFFIS), από τα 206.610 στρέμματα, τα 21.965 βρίσκονται εντός προστατευόμενων περιοχών (περιοχές Natura και καταφύγια άγριας ζωής). Το 49,5% των καμένων εκτάσεων είναι δάση πεύκης, το 37,7% θαμνώδεις, το 9,5% γεωργικές εκτάσεις και το υπόλοιπο άλλης κάλυψης. Ως αποτέλεσμα, η κήρυξη των αναδασωτέων περιοχών θα είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, καθώς πρέπει να εξαιρεθούν οι εκτάσεις που είχαν κηρυχθεί παλαιότερα αναδασωτέες, καθώς και οι γεωργικές εκτάσεις που ήταν διάσπαρτες στην περιοχή. Εμπειρα στελέχη της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου εκτιμούν ότι θα χρειαστούν και αρκετές αυτοψίες, καθώς τα στοιχεία του δορυφόρου Copernicus δεν είναι πάντα στην επιθυμητή ακρίβεια. «Αν η κήρυξη των αναδασωτέων στην προηγούμενη, πολύ μικρή, πυρκαγιά της Ρόδου ήταν περί τις 30 σελίδες (λόγω των συντεταγμένων), σε αυτή θα πρέπει να είναι… τα άπαντα του Παπαδιαμάντη», σχολιάζει στέλεχος της υπηρεσίας.
Η γεωργία
Οι παρεμβάσεις, ωστόσο, δεν μπορούν να περιμένουν. «Οταν η καταστροφή είναι τέτοιας έκτασης, η αποκατάσταση είναι μια πολύπλοκη υπόθεση, καθώς δεν αφορά μόνο το περιβάλλον αλλά και τις ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως τη γεωργία – αν και τα τελευταία χρόνια η γεωργική παραγωγή στη Ρόδο είχε σημαντικά περιοριστεί», εκτιμά ο Γιώργος Καρέτσος, που συνταξιοδοτήθηκε πρόσφατα έπειτα από μια μακρά θητεία (τα τελευταία χρόνια ως διευθυντής) στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων. «Πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η εκτέλεση των αντιπλημμυρικών έργων, με πρώτες τις περιοχές όπου βρίσκονται κρίσιμες υποδομές. Μετά τη φωτιά δημιουργείται ένα υδρόφοβο στρώμα από στάχτη, το οποίο εμποδίζει την απορρόφηση του νερού από το έδαφος και διευκολύνει τα πλημμυρικά φαινόμενα. Ιδανικά, αν έρθουν πρώτα μαλακές βροχές, το στρώμα αυτό “σπάει” – χωρίς βλάστηση όμως το νερό κινείται γρηγορότερα».
Πολύ σημαντική στα έργα αυτά είναι η επιτήρηση από τα έμπειρα στελέχη των τοπικών δασικών υπηρεσιών, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν οι εμπειρίες του παρελθόντος για τη βελτίωση των έργων. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει ένα από τα στελέχη αυτά στην «Κ», τα φράγματα που είχαν τοποθετηθεί στην κοίτη ρεμάτων το 2008 αποδείχθηκε στην πράξη ότι δεν ήταν σε θέση να συγκρατήσουν τα φερτά υλικά που τα ρέματα «κατέβαζαν» στις μεγάλες βροχοπτώσεις, υποδεικνύοντας την ανάγκη τοποθέτησής τους ψηλότερα στη λεκάνη απορροής, εκεί όπου το ρέμα σχηματίζεται.
«Πρέπει να τελειώσουν γρήγορα τα αντιπλημμυρικά και να έχουν καλή διαχείριση, ώστε λ.χ. οι κορμοσειρές να έχουν καλή επαφή με το έδαφος, να φτιαχτούν μικρά φραγματάκια σε όλο το μήκος των ρεμάτων ώστε να τιθασεύεται βαθμιδωτά το ρέμα και να συγκρατείται το χώμα και τα φερτά. Εκεί όπου η κοίτη είναι πιο φαρδιά πρέπει να γίνουν “φράγματα βάρους”, πέτρινα ή μπετονένια, εγκάρσια στη ροή του νερού», εξηγεί ο κ. Καρέτσος.
Σε δεύτερο επίπεδο πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα για τις περιοχές που έχουν καεί στο πρόσφατο παρελθόν. «Γενικώς στα δάση αφήνεις τη φύση να κάνει τη δουλειά της και προστατεύεις τις περιοχές αυτές από τη βόσκηση, ιδίως από κατσίκες», λέει ο κ. Καρέτσος. «Στα διπλοκαμένα θα πρέπει οι δασολόγοι να περιμένουν έναν χρόνο να δουν τι φυσική αναγέννηση υπάρχει γιατί ενδεχομένως να χρειαστεί τεχνητή αναδάσωση. Η τραχεία πεύκη, πάντως, που είναι το κυρίαρχο είδος στο νησί, έχει την ίδια συμπεριφορά με τη χαλέπιο και θα ξαναφυτρώσει γρήγορα. Το ίδιο και τα πλατύφυλλα θαμνώδη είδη, όπως τα πουρνάρια, οι κουμαριές και τα σχίνα, που διατηρούν ζωντανούς οφθαλμούς κοντά στο έδαφος και σύντομα θα ξαναβλαστήσουν».
Θα ήταν η καταστροφή ευκαιρία να αντικατασταθούν κάποια είδη με λιγότερο εύφλεκτα; «Η φύση ξέρει να κάνει τη δουλειά της. Δεν είναι εύκολο να αντικαταστήσεις είδη», λέει ο κ. Καρέτσος. «Αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι να φυτευθεί κατά μήκος των ρεμάτων η υγράμβαρη, ένα είδος που μοιάζει πολύ με το πλατάνι και υπάρχει ήδη στο δάσος των πεταλούδων, αλλά και πικροδάφνες, καθώς κατεβάζουν την ένταση της φωτιάς – στην Τουρκία τις λένε “πυροσβέστη” γιατί δεν είναι τόσο εύφλεκτη».
Το πλατώνι
Ειδική μέριμνα πρέπει να ληφθεί και για το πλατώνι, το προστατευόμενο μικρόσωμο θηλαστικό, που υπάρχει σε φυσικό πληθυσμό στην Ελλάδα μόνο στη Ρόδο και τη Λήμνο. Ο Δημ. Μπακαλούδης, καθηγητής Οικολογίας και διαχείρισης άγριας πανίδας στο Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ πραγματοποίησε τα τελευταία χρόνια με την ομάδα του καταγραφή του είδους στο νησί. «Από τη μελέτη μας υπολογίσαμε τις πυκνότητες του είδους σε τρία διαφορετικά ενδιαιτήματα: σε θαμνότοπους, σε δάση τραχείας πεύκης και σε μεικτές περιοχές, όπου συνυπάρχουν νησίδες βλάστησης με αγροτικές καλλιέργειες. Αυτό που διαπιστώσαμε είναι ότι οι πυκνότητές τους είναι χαμηλότερες από αυτές της διεθνούς και ευρωπαϊκής βιβλιογραφίας. Αυτό σημαίνει ότι το είδος βρίσκεται υπό πίεση και θα πρέπει να μην επιτραπεί η θήρευσή του. Το επισημαίνω αυτό γιατί υπήρχαν πιέσεις στο νησί να θηρευτεί επειδή προκαλούσε ζημιές, είχε γίνει και σημαντικός αριθμός τροχαίων με πλατώνια, ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα», εξηγεί ο κ. Μπακαλούδης.
Οπως επισημαίνει, το πλατώνι είναι το μόνο είδος για το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν κάποιες παρεμβάσεις. «Τα πλατώνια εντοπίζουν τη θερμότητα της φωτιάς νωρίτερα και απομακρύνονται. Αυτά που είδαμε καμένα στις φωτογραφίες πιθανότατα εγκλωβίστηκαν σε κάποια περιοχή από τις περιφράξεις. Σε μεγαλύτερη πυκνότητα βρίσκεται το είδος στην Απολακκιά, στα νοτιοδυτικά του νησιού, που δεν πειράχτηκε από τη φωτιά. Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να παρέχουμε για δύο μήνες λίγη τροφή (λ.χ. σανό βρώμης, τριφύλλι) ανά δύο εβδομάδες, στις άκαυτες περιοχές κοντά σε εκείνες που κάηκαν. Πρέπει όμως η τροφή να μπει μακριά από δρόμους, καλλιέργειες και οικισμούς γιατί αυτά αναζητούν τροφή και θα μείνουν εκεί που τη βρίσκουν. Από τις πρώτες βροχές θα βλαστήσει η γη και δεν θα έχουν πρόβλημα να βοσκήσουν. Τα υπόλοιπα είδη της άγριας πανίδας, όσα επιβίωσαν, έχουν βρει καταφύγιο στις άκαυτες περιοχές οπότε δεν θα έχουν πρόβλημα, αρκεί οι περιοχές αυτές να προστατευθούν».
SOS εκπέμπουν οι δασικές υπηρεσίες
Λίγο πριν από την κατάρρευση βρίσκονται οι δασικές υπηρεσίες, σύμφωνα με την Πανελλήνια Ενωση Δασολόγων του Δημοσίου (ΠΕΔΔΥ). Οπως επισημαίνει, οι εργαζόμενοι στα δασαρχεία των πυρόπληκτων περιοχών είναι ελάχιστοι και «δίνουν αγώνα με αυταπάρνηση και ελάχιστα μέσα». «Η σύγχρονη και αποτελεσματική λειτουργία των δασικών υπηρεσιών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή σε επιχειρησιακό επίπεδο πιο αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών και η ανάγκη αυτή προϋποθέτει την πλήρη αναθεώρηση των ρυθμίσεων για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών του νόμου 2612/1998, που εκ του αποτελέσματος απέτυχε», αναφέρει η ΠΕΔΔΥ. «Ζητάμε από την κυβέρνηση να αξιολογήσει τα προβλήματα επιχειρησιακού σχεδιασμού και κυρίως να ολοκληρώσει τις διαδικασίες αναδιοργάνωσης των δασικών υπηρεσιών και να προσλάβει επιτέλους ειδικούς επιστήμονες, που βρίσκονται σε εκκρεμότητα εδώ και τέσσερα χρόνια, αλλά και δασοφύλακες, δεδομένου ότι η τραγική υποστελέχωση σε όλα τα επίπεδα υποστήριξης της λειτουργίας της θα οδηγήσει σε κατάρρευση τις δασικές υπηρεσίες», καταλήγει η ΠΕΔΔΥ.
Οι αριθμοί
206.600 στρέμματα δασικών και γεωργικών εκτάσεων κάηκαν συνολικά στο νησί.
21.965 στρέμματα βρίσκονται εντός προστατευόμενων περιοχών (περιοχές Natura και καταφύγια άγριας ζωής).
49,5% των καμένων εκτάσεων είναι δάση πεύκης.
37,7% είναι θαμνώδεις εκτάσεις.