Εντάξει! Φτηνά τη γλίτωσε η αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου της Ν.Δ. Σοφία Ζαχαράκη και δεν τιμωρήθηκε προκαταβολικώς (να φυλακιστεί δηλαδή ένα βράδυ στο πλαίσιο του αυτοφώρου) για όσα είπε
σχετικά με τις δικαστικές περιπέτειες του δημοσιογράφου και εκδότη κ. Κώστα Βαξεβάνη. Παρά το γεγονός ότι δήλωσε τον τόπο παρουσίας της, οι υφιστάμενοι της κ. Ολγας Γεροβασίλη (δηλαδή τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ.) δεν εφάρμοσαν όσα προβλέπει ο νόμος. Επραξαν εν σοφία, διότι σε αντίθετη περίπτωση, η Ελλάδα θα γινόταν περίγελως της (δημοκρατικής) οικουμένης. Αν εκπρόσωπος Τύπου κόμματος συλλαμβανόταν στο γραφείο της για κάτι που είπε, θα ξεκινούσαν δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο για ερντογανοποίηση της Ελλάδας και ορμπανοποίηση της κυβέρνησης· και ουχί της Νέας Δημοκρατίας, που τόσο πολύ φοβάται ο κ. Γιάννης Ραγκούσης.
Ομως η καλή δημοσιογράφος της Ρόδου κ. Τζίνα Δαβιλά δεν είχε την ίδια τύχη. Τον περασμένο Ιούλιο πέρασε μια νύχτα στο κρατητήριο (στο πλαίσιο του αυτοφώρου) ύστερα από μήνυση που κατέθεσε εις βάρος της ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου Γιώργος Χατζημάρκος.
Δεν θα σταθούμε στην ουσία των δύο υποθέσεων, αλλά πρέπει να σημειώσουμε μερικά πράγματα που δείχνουν τον παραλογισμό και αυτού του νόμου που πλήττει την ελευθερία του λόγου. Πρώτον και κύριον, η σύλληψη στο πλαίσιο του αυτοφώρου δεν εξυπηρετεί τις ανάγκες απονομής δικαίου. Ουδείς είναι ύποπτος διαφυγής από τη λογοδοσία στη Δικαιοσύνη επειδή είπε μια κουβέντα παραπάνω. Ούτε τόσο επικίνδυνος ώστε να περάσει τη νύχτα στο κρατητήριο. Ο νόμος έχει μόνο σκοπό την τρομοκράτηση όσων δημοσιεύουν.
Το νόημα της ελευθερίας
Δεν γνωρίζουμε πόσοι δημοσιογράφοι είχαν αυτή τη θλιβερή εμπειρία του αυτοφώρου. Δυστυχώς, η ΠΟΕΣΥ, η ΕΣΗΕΑ και άλλες δημοσιογραφικές ενώσεις δεν συλλέγουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις επιπτώσεις των πολλών διατάξεων που περιορίζουν την ελευθερία του λόγου.
Σίγουρα, όμως, είναι περισσότεροι εκείνοι που φοβούνται να μιλήσουν για τα κακώς κείμενα. Ακόμη και αν κάποιος θέλει να γράψει κάτι αληθές, θα το σκεφτεί διπλά και στο τέλος θα το αποφύγει σκεπτόμενος: «Πού να μπλέξεις τώρα με αυτόφωρα και κρατητήρια; Ασ’ το να πάει…».
Έτσι διάφοροι περιφερειάρχες μπορεί να γλιτώνουν την κριτική στα πεπραγμένα τους, επισείοντας απλώς την απειλή της μήνυσης. Οι νόμοι που περιορίζουν την ελευθερία του λόγου είναι εις βάρος της δημοκρατίας και της υποχρεωτικής λογοδοσίας των κρατούντων στον λαό. «Και τι θα γίνει; Θα μπορεί να λέει καθένας ό,τι θέλει;», είναι το ερώτημα του εθισμένου σε απαγορεύσεις μισελεύθερου νου. Κατά κανόνα, ναι· αυτό είναι το νόημα της ελευθερίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις συκοφαντικής δυσφήμησης, ο παθών μπορεί να δικαιωθεί στα δικαστήρια χωρίς αυτόφωρα και περιττές όσο κι επιζήμιες διαδικασίες. Η «συκοφαντία» όμως προϋποθέτει ψευδή γεγονότα (όχι κρίσεις) και πρόθεση του συκοφάντη. Στις φιλελεύθερες κοινωνίες πάντως γενικός κανόνας πρέπει να είναι ότι πρώτα πρέπει να ρωτάμε γιατί να απαγορευθεί κάτι, πριν ρωτήσουμε γιατί επιτρέπεται.
Δεύτερον, η διαφορετική αντιμετώπιση της κ. Ζαχαράκη με την κ. Δαβιλά δικαιώνει το σύνθημα των αναρχικών που λέει ότι «η Δικαιοσύνη είναι σαν το φίδι: δαγκώνει μόνο τους ξυπόλυτους». Για την κ. Δαβιλά ίσχυσε ο νόμος στο ακέραιο. Δεν είχε πολιτική ή άλλη προστασία· υπήρξαν μόνο δύο μάταιες ανακοινώσεις του Κινήματος Αλλαγής και του Ποταμιού, προς τιμήν τους. Για την κ. Ζαχαράκη, ο νόμος παρέμεινε ανενεργός σε ό,τι αφορά τη διαδικασία του αυτοφώρου. Ορθώς, διότι, εκτός όλων των άλλων, μια τέτοια πράξη θα εξέθετε (ή καλύτερα: θα αποκάλυπτε) τη χώρα μας διεθνώς.
Ομως νόμος που πρέπει να εφαρμόζεται επιλεκτικά είναι εξ ορισμού άδικος και πρέπει να καταργηθεί. Αυτό απευθύνεται πρωτίστως στη Νέα Δημοκρατία, η οποία δικαιολογημένα εξανέστη με την απόπειρα σύλληψης της κ. Ζαχαράκη: «Σε μια άνευ προηγουμένου επίδειξη αυταρχισμού της κυβέρνησης, ο κατ’ εξακολούθηση συκοφάντης και εντολοδόχος λασπολόγος του Μαξίμου, Κώστας Βαξεβάνης, ζήτησε τη σύλληψη της αναπληρώτριας εκπροσώπου Τύπου της Ν.Δ. με τη διαδικασία του αυτοφώρου» (3.9.2018). Θα το απευθύναμε και στην κυβέρνηση αν υπολογίζαμε ότι τα στελέχη των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και οι υποστηρικτές τους είχαν κάποια συνέπεια σε ζητήματα αρχών. Φευ! Αποτελεί, για παράδειγμα, ύβριν στη δημοκρατία (αλλά και στη βραχεία πολιτική του ιστορία) η δήλωση του κ. Γιάννη Ραγκούση ότι «ορμπανοποίηση της Ν.Δ. (…) είναι πλέον & η θεσμικά επικίνδυνη απαίτησή τους να μπορούν να συκοφαντούν και, αντί να ζητούν συγγνώμη, να παριστάνουν ότι κάνουν “αντίσταση” κατά του νόμου που προστατεύει την τιμή των πολιτών» (Τwitter 4.9.2018).
Τα δημόσια πρόσωπα
Τρίτον, τα δημόσια πρόσωπα έχουν δημόσιο βήμα για να διορθώνουν όσα αναληθή, ψευδή ή και συκοφαντικά λέγονται γι’ αυτούς. Οταν η κ. Ζαχαράκη είπε στην επίμαχη εκπομπή (Epsilon 2.9.2018) ότι ο κ. Βαξεβάνης έχει καταδικαστεί πολλάκις για συκοφαντική δυσφήμηση, παρενέβη ο ίδιος τηλεφωνικώς την ώρα της εκπομπής για να διορθώσει στην ανακρίβεια· δεν λέμε «συκοφαντία», διότι αυτή προϋποθέτει πρόθεση η οποία δεν μπορεί να αποδειχθεί, και με τους νόμους περί Τύπου στην Ελλάδα δεν γνωρίζεις ποτέ και από πού μπορεί να σου ’ρθει.
Εκτός αυτού ο κ. Βαξεβάνης είναι εκδότης μιας κυριακάτικης εφημερίδας, ενός ημερήσιου δωρεάν free-press, δύο δικτυακών τόπων και πολύ ενεργός στα social media· έχει 424.400 αναγνώστες στο Τwitter έναντι 5.600 της κ. Ζαχαράκη. Συνεπώς η ανακρίβεια της εκπροσώπου Τύπου της Ν.Δ. δεν είχε καμιά ελπίδα στον δημόσιο διάλογο. Ο εκδότης την ανασκεύασε χωρίς τη βοήθεια του δικαστικού συστήματος, το οποίο συν τοις άλλοις είναι υπερφορτωμένο από υποθέσεις.
Αυτό ήταν το σκεπτικό μιας ιστορικής απόφασης που εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Στην υπόθεση Gertz vs Robert Welch, Inc. (1974) υπήρξε διαχωρισμός μεταξύ απλών πολιτών και δημοσίων προσώπων, σε ό,τι αφορά τις νομικές επιπτώσεις του δυσφημιστικού λόγου:
«Οι απλοί πολίτες είναι πιο ευάλωτοι στην προσβολή [της προσωπικότητάς τους] και γι’ αυτό η ευθύνη της πολιτείας σε ό,τι αφορά την προστασία τους μεγαλύτερη». Οι δικαστές της πλειοψηφίας έκριναν ότι οι δημόσιοι λειτουργοί και τα δημόσια πρόσωπα, σε αντίθεση με τους απλούς πολίτες, έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στα ΜΜΕ και συνεπώς μπορούν από θέση ισχύος να αντικρούσουν λανθασμένες δηλώσεις που αφορούν το πρόσωπό τους.
Στις δημοκρατίες δεν συλλαμβάνονται εκπρόσωποι Τύπου κομμάτων για κάτι που είπαν. Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες ουδείς συλλαμβάνεται για «αδικήματα λόγου». Στην Ελλάδα πάλι έχουμε πολύ δρόμο για να κατακτήσουμε το αυτονόητο.
Πηγή: Καθημερινή
Ο Πάσχος Μανδραβέλης είναι δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής.