Η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία για την αναθεώρηση του προγράμματος «Καλλικράτης» με το πρόγραμμα «Κλεισθένης» αποτέλεσε αφορμή για τη διατύπωση προτάσεων σχετικά με διάφορες πτυχές του μοντέλου διοικητικής οργάνωσης της χώρας,
όπως αυτό οριοθετείται από τον Καταστατικό Χάρτη της ελληνικής Πολιτείας. Σε όλες αυτές τις προτάσεις όμως επικράτησε μια προσέγγιση «άτολμη», χωρίς δυναμική αναδιάταξης των δομών προς όφελος της κοινωνίας. Και μάλιστα – παρά τις σχετικές εξαγγελίες – χωρίς να υπάρξει κάποια ιδιαίτερη πρόνοια για τη νησιωτική Ελλάδα, μια περιοχή με πολλές και σημαντικές ιδιαιτερότητες που χρήζουν εστιασμένης προσέγγισης.
Η έξοδος από τα προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη διατύπωση προτάσεων που να καταστήσουν το διοικητικό χάρτη της χώρας οργανωτικά δυναμικό και ρυθμιστικά λειτουργικό, λαμβάνοντας υπόψιν δεδομένα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά, γεωγραφικά, με αναφορές όχι μόνο στην εσωστρεφή διάσταση των στοιχείων αυτών αλλά και στην εξωστρεφή επίδραση τους.
Η κατατιθέμενη εδώ πρόταση είναι μια ρηξικέλευθη πολιτική επιλογή που αναδιατάσσει τόσο το διοικητικό modus operandi όσο και το γενικότερο modus vivendi στο αρχιπέλαγος του Αιγαίου: προτείνεται η δημιουργία μιας μητροπολιτικής περιφέρειας που θα περιλαμβάνει το σύνολο του Αιγαίου (δηλαδή τις σημερινές περιφέρειες Βορείου και Νοτίου Αιγαίου). Πρόκειται για ένα νέο αυτοδιοικητικό θεσµό που θα δραστηριοποιείται σε µητροπολιτικό επίπεδο.
Η ενιαία Περιφέρεια Αιγαίου θα συνιστά μια διοικητική οντότητα που θα εκτείνεται κατά μήκος της θαλάσσιας συνοριογραμμής με την Τουρκία, αποτελώντας έτσι το εξωτερικό νησιωτικό σύνορο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εξέλιξη αυτή θα καταστήσει τη μητροπολιτική Περιφέρεια Αιγαίου μια ισχυρή οντότητα με νησιωτικά χαρακτηριστικά που θα έχει νευραλγικό ρόλο στα εθνικά, ευρωπαϊκά και διεθνή δρώμενα, αποτελώντας κυριολεκτικά ένα σταυροδρόμι ροών αγαθών, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων μεταξύ τριών ηπείρων. Η γεωστρατηγική της σημασία θα είναι ιδιαίτερα αναβαθμισμένη, δεδομένων των εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή. Αρκεί να αναλογιστεί κάποιος τους τομείς πολιτικής στους οποίους η προτεινόμενη Περιφέρεια θα κληθεί να ενεργοποιηθεί για να καταστεί σαφής η σημασία μιας τέτοιας εξέλιξης.
Το Αιγαίο θα καταστεί μια στρατηγική Μακροπεριφέρεια που θα έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει (σε επίπεδο σχεδιασμού και εφαρμογής) ένα πλαίσιο δράσης, επιτρέποντας στις περιοχές που βρίσκονται στον ίδιο γεωγραφικό χώρο να αντιμετωπίζουν και να βρίσκουν λύσεις από κοινού σε προβλήματα ή να επωφελούνται από τις κοινές δυνατότητες που διαθέτουν, αναπτύσσοντας ενισχυμένη συνεργασία, με στόχο να καταστήσουν τις πολιτικές τους πιο αποτελεσματικές σε σχέση με τον τρόπο που θα αντιμετώπιζαν τα ζητήματα μεμονωμένα. Οι συμμετέχοντες δρώντες (περιφερειακές αρχές, δημοτικές αρχές, ΜΚΟ, κλπ.) θα βασίζουν τις δράσεις τους σε βασικές αρχές που θα συνθέτουν μια εταιρική σχέση και έναν επαρκή μηχανισμό συνεργασίας, με καλό συντονισμό δράσεων όσον αφορά τις σχετικές πολιτικές και τους πόρους χρηματοδότησής τους, και ένα υψηλό πνεύμα συνεργασίας εντός και μεταξύ των περιοχών και των τομέων πολιτικής στη Μακροπεριφέρεια.
Η ακριτική θέση της μητροπολιτικής Περιφέρειας Αιγαίου, σε εθνικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, θα την καταστήσει βασικό συντελεστή σχεδιασμού και υλοποίησης μιας συνολικότερης πολιτικής γειτονίας, ειδικά ως προς την Τουρκία. Έτσι η εθνική αλλά και η ευρωπαϊκή πολιτική προσέγγιση της γείτονος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψιν τις θέσεις της μητροπολιτικής Περιφέρειας Αιγαίου, ως πολιτικής οντότητας, αλλά και ως μηχανισμού περιφερειακής διακυβέρνησης που θα κληθεί να υλοποιήσει την πολιτική γειτονίας ως παράγοντας πολιτικής δράσης στην «πρώτη γραμμή». Και είναι προφανές ότι ένα από τα πρώτα πεδία θεματικής πολιτικής που θα κληθεί να υπηρετήσει η Περιφέρεια Αιγαίου στο πλαίσιο της πολιτικής γειτονίας με την Τουρκία είναι το μεταναστευτικό πρόβλημα, με τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Αυτό θα αναδείξει το ρόλο και τη σημασία της Περιφέρειας Αιγαίου, από την πλευρά της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τη διαχείριση αυτού του τόσο κρίσιμου ζητήματος. Μια ενιαία οντότητα διακυβέρνησης στο γεωγραφικό χώρο του Αιγαίου, σε περιφερειακό επίπεδο, θα δώσει τη δυνατότητα ανάπτυξης ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού, με δεδομένα από την επιτόπια πραγματικότητα, χωρίς διάσπαση εστίασης και δράσεων, και, συνακόλουθα, την αντίστοιχη δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών ενεργειών, με ενιαίο σημείο διοικητικής αναφοράς.
Παράλληλα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για τη Συνοχή, η ύπαρξη μιας ενιαίας Περιφέρειας θα καταστήσει τα νησιά του Αιγαίου μια κρίσιμη χωρική οντότητα, τόσο ως προς την έκταση όσο και ως προς τον ωφελούμενο πληθυσμό που θα επιτάσσει τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για τη στήριξη τους, με βασικότερη επιδίωξη προδήλως την ανάδειξη της νησιωτικότητας ως ένα από τα κριτήρια για την κατανομή των σχετικών πόρων από τα Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Εργαλεία της ΕΕ. Επακόλουθο μιας τέτοιας εξέλιξης θα είναι η αύξηση των διατιθέμενων κονδυλίων στα νησιά από την ΕΕ. Αυτό θα επιτρέψει και την ανάδειξη των κυρίων (αλλά σε καμία περίπτωση αποκλειστικών) οικονομικών δραστηριοτήτων που θα μπορούν να υποστηριχθούν στα νησιά του Αιγαίου, π.χ. την ανάπτυξη ενός δίπολου που θα συνδυάζει την έντονη παρουσία του πρωτογενούς τομέα στο Βόρειο Αιγαίο και την έντονη τουριστική ανάπτυξη στο Νότιο Αιγαίο, επιτρέποντας την ανάπτυξη συνεργειών σε όλη την έκταση του αρχιπελάγους όπως οι καινοτόμες μορφές αγροτουρισμού. Σε αυτό το πλαίσιο αποκτά άλλη δυναμική η εφαρμογή του μέτρου του μεταφορικού ισοδυνάμου, καθώς θα καταστήσει επαρκέστερες και πιο συμφέρουσες οικονομικά τις μεταφορές τόσο από και προς την Περιφέρεια όσο και ενδοπεριφερειακά, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Η οικονομική ανάπτυξη της Περιφέρειας Αιγαίου κατά τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την προαναφερθείσα πολιτική σημασία της, θα αποτελέσει σημείο αναφοράς ως παράδειγμα προς περαιτέρω ενεργοποίηση των περιφερειών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, και δη των νησιωτικών και παραμεθορίων περιφερειών. Η εκχώρηση πολιτικών και διοικητικών αρμοδιοτήτων για την καλύτερη διαχείριση των «τοπικών υποθέσεων» πλέον θα αποκτήσει άλλη διάσταση, καθώς η τοπική υπόθεση θα έχει καταστεί κεντρικό πολιτικό θέμα, λόγω της κρισιμότητας της περιοχής στην οποία θα εξελίσσεται. Πέραν του προφανούς και προαναφερθέντος παραδείγματος του μεταναστευτικού προβλήματος, ένα άλλο παράδειγμα κρίσιμης πολιτικής επιλογής που θα αναπτυχθεί στην Περιφέρεια Αιγαίου, και μάλιστα με πανευρωπαϊκή αναφορά, θα είναι η ανάπτυξη και αξιοποίηση των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών που θα μπορούν να αξιοποιούν τις βελτιωμένες υποδομές των νησιών για τη διασύνδεση της Ευρώπης με τη Μέση Ανατολή και περαιτέρω την Ασία και τη Βόρειο Αφρική. Επίσης θα καταστεί εφικτός ο ολοκληρωμένος θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός στο χώρο του Αιγαίου με στόχο τον συντονισμό άσκησης ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη θάλασσα (π.χ. εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, υδατοκαλλιέργειες, αλιεία, μεταφορές, κλπ) προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η βιωσιμότητά τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Η ενιαία αντίληψη του χώρου του Αιγαίου έχει ήδη εκφραστεί σε ένα κρίσιμο και δυναμικό πεδίο θεματικής πολιτικής, την ανώτατη εκπαίδευση. Το 1984, ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε σάρκα και οστά σε ένα πολυετές όραμα, εδραιώνοντας το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, κατά μήκος όλου του νησιωτικού χώρου του αρχιπελάγους, και απαντώντας έτσι στις «αναθεωρητικές» βλέψεις της Τουρκίας, θωρακίζοντας τα νησιά κατά μήκος των συνόρων με διεθνώς αναγνωρισμένους πόλους γνώσης, καινοτομίας και επιστημονικής δημιουργικότητας. Η επιτυχία αυτής της εμπειρίας αποτελεί χρήσιμο οδηγό για την θεσμοθέτηση της Περιφέρειας Αιγαίου.
Ακόμη πιο καινοτόμο στοιχείο της πρότασης είναι η χωροθέτηση της έδρας της Περιφέρειας Αιγαίου. Ως έδρα της Περιφέρειας Αιγαίου προτείνεται το ακριτικό νησί του Καστελλόριζου. Τα πολιτικά, νομικά και διοικητικά δεδομένα καθιστούν όχι απλώς εφικτή αλλά μάλλον επιβεβλημένη μια τέτοια επιλογή. Πιο συγκεκριμένα:
Το Καστελλόριζο βρίσκεται κυριολεκτικά στο μεταίχμιο μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Η γεωγραφική του εγγύτητα στη Τουρκία το καθιστά ιδιαίτερα σημαντικό γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό σημείο αναφοράς. Δεν είναι τυχαία η ρητορική που αναπτύσσεται από την τουρκική πλευρά σχετικά με τη νομική δυνατότητα των νησιών να έχουν Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Ο καθορισμός της έδρας της Περιφέρειας Αιγαίου στο Καστελλόριζο θα αναδείξει συμβολικά τη σημασία του νησιού ως σημείο αναφοράς του αρχιπελάγους και της ευρύτερης περιοχής και θα συμβάλλει καίρια στην ακόμη σαφέστερη εκπλήρωση των όρων που θέτει το Διεθνές Δίκαιο για την αναγνώριση δικαιωμάτων (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ) σε ένα νησί όπως το Καστελλόριζο κατά τις ρυθμίσεις του Δικαίου της Θάλασσας.
Ως προς την ελληνική έννομη τάξη, ο καταστατικός χάρτης της Ελληνικής Πολιτείας, το Σύνταγμα, επιφυλάσσει για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) όλων των βαθμίδων, την αποστολή της διαχείρισης των τοπικών υποθέσεων. Η ερμηνεία των σχετικών ρυθμίσεων από το Συμβούλιο Επικρατείας έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο καθορισμός της έδρας ενός ΟΤΑ (όπως και ο καθορισμός των ορίων και της έκτασης του) όταν γίνεται από τον εθνικό νομοθέτη δεν αποτελεί τοπική υπόθεση, αλλά θέμα γενικότερης σημασίας, και δεν πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να προκαλεί τοπικιστικές διενέξεις αλλά να εξυπηρετεί τη δημιουργία ΟΤΑ ευρύτερης περιφερειακής αναφοράς, που να είναι απαλλαγμένοι από τέτοια προβλήματα, λαμβάνοντας υπόψιν το γενικότερο δημόσιο συμφέρον και τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περιοχής (βλ. ΣτΕ Ολομ. 1430/1981, ΣτΕ 1397/1995, ΣτΕ 3787/2001, ΣτΕ 538/2002). Η προαναφερθείσα ανάλυση της σημασίας του Καστελλόριζου αιτιολογεί το δημόσιο (εν προκειμένω εθνικό) συμφέρον μιας τέτοιας επιλογής. Παράλληλα θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις μόνιμης αντιμετώπισης και προβλημάτων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο ίδιο το Καστελλόριζο, καθώς θα επιδιωχθεί η μόνιμη τοποθέτηση ιατρικού και εκπαιδευτικού προσωπικού για τη στελέχωση των αντίστοιχων υποδομών που υπάρχουν στο νησί ενώ θα ολοκληρωθούν και οι λοιπές υποδομές (οδικό δίκτυο, ηλεκτροφωτισμός, κλπ).
Η διοικητική λειτουργία της Περιφέρειας θα διαμορφωθεί με βάση το μοντέλο των μητροπολιτικών ΟΤΑ, ήτοι σε κάθε περιφερειακή ενότητα θα υπάρχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, ενώ η περιφερειακή αρχή θα έχει επιτελικές και συντονιστικές αρμοδιότητες. Ουσιαστικά, η μητροπολιτική Περιφέρεια Αιγαίου θα περιλαμβάνει ολοκληρωμένες λειτουργικά χωρικές ενότητες (οι πρώην νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις), στις οποίες θα υπάρχουν και οι πρωτοβάθμιοι ΟΤΑ, με σαφή διάκριση των κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμοδιοτήτων όλων των βαθμίδων αυτοδιοίκησης, και η πολιτική νομιμοποίηση της θα προκύπτει από την άμεση εκλογή των οργάνων της σε χωρικό και μητροπολιτικό επίπεδο. Προδήλως μπορούν να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης για την υποστήριξη της διοικητικής λειτουργίας της Περιφέρειας Αιγαίου, ώστε να ξεπεραστούν οι δυσκολίες της νησιωτικής γεωγραφικής μορφολογίας της. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, είναι σαφές ότι στο Καστελλόριζο η ύπαρξη λιμενικής υποδομής, αεροδρομίου (και υδατοδρομίου σύμφωνα με τον υπάρχοντα προγραμματισμό) – που σίγουρα μπορούν να τύχουν βελτιωτικών παρεμβάσεων – καθώς και η παροχή κινήτρων σε στελέχη για την παραμονή τους εκεί, θα είναι κρίσιμα στοιχεία για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις για τη λειτουργία της έδρας εκεί θα είναι συγκεκριμένες και κυρίως πολιτικής φύσης, ενώ οι διοικητικές λειτουργίες θα εκπληρώνονται κατά το προδιαγραφέν μητροπολιτικό μοντέλο.
Το πλαίσιο για την υιοθέτηση αυτής της πρότασης μπορεί να αναζητηθεί στην εξαγγελθείσα δεύτερη φάση του προγράμματος «Κλεισθένης», εμπλουτίζοντας το με μια καινοτόμο αλλαγή στην αρχιτεκτονική των Περιφερειών της χώρας. Οι λεπτομέρειες της υλοποίησης της πρότασης μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης και επεξεργασίας από εξειδικευμένους επιστήμονες, αλλά και στελέχη, πολιτικά και υπηρεσιακά, της τοπικής αυτοδιοίκησης, στο πλαίσιο ενός Συνεδρίου, που τόσο για λόγους συμβολισμού όσο και για λόγους ουσίας πρέπει να λάβει χώρα στο Καστελλόριζο.
Η αναζήτηση επιλογών για τη περιφερειακή διακυβέρνηση απαιτεί θάρρος, γνώση, εμπειρία και συνεργατικό πνεύμα. Και αυτά υπάρχουν στον κόσμο της τοπικής αυτοδιοίκησης…