Η εξέλιξη ανατρέπει τους σχεδιασμούς τόσο της ΡΑΑΕΥ, που εποπτεύει την αγορά, όσο και των εταιρειών προμήθειας, που έχουν λάβει υπόψη τους την απόφαση Σκρέκα
για την επαναφορά των κυμαινόμενων τιμολογίων από τον Οκτώβριο, και όχι από τον Ιούλιο που συνιστά η Επιτροπή.
Τέλος στα έκτακτα μέτρα που επιβλήθηκαν στην αγορά ηλεκτρισμού για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας βάζει η Ε.Ε.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για:
το μέτρο της επιβολής ανώτατης τιμής (πλαφόν) στα έσοδα των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (τεχνολογίες που παρήγαγαν υπερέσοδα λόγω της υψηλής τιμής φυσικού αερίου),
τα μέτρα ελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το υψηλό ενεργειακό κόστος (επιδοτήσεις, φοροελαφρύνσεις, πλαφόν κ.λπ.)
και για τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας τις ώρες αιχμής κατά 5% που συμπεριλήφθηκαν στον Κανονισμό 2022/1854.
Η Επιτροπή προχώρησε σε επανεξέταση των μέτρων βασιζόμενη σε στοιχεία που παρείχαν 25 κράτη – μέλη και στις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και κατέληξε ότι οι έκτακτες αυτές παρεμβάσεις δεν θα πρέπει να παραταθούν πέραν του Ιουνίου. Τα Πορίσματα της Εκθεσης θα υποβληθούν με τη μορφή προτάσεων προς το Συμβούλιο προκειμένου να λάβουν υποχρεωτικό χαρακτήρα για τα κράτη – μέλη.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό σημαίνει ότι είναι στον αέρα η παράταση του μηχανισμού των πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά και των επιδοτήσεων μέχρι τον Σεπτέμβριο, στην οποία προχώρησε μονομερώς η χώρα με απόφαση που υπέγραψε λίγο πριν από τη λήξη της θητείας του ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας.
Η εξέλιξη ανατρέπει τους σχεδιασμούς τόσο της ΡΑΑΕΥ, που εποπτεύει την αγορά, όσο και των εταιρειών προμήθειας, που έχουν λάβει υπόψη τους την απόφαση Σκρέκα για την επαναφορά των κυμαινόμενων τιμολογίων από τον Οκτώβριο, και όχι από τον Ιούλιο που συνιστά η Επιτροπή. Το ζήτημα, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να το διαχειριστεί η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου.
Αξιολογώντας τις συνθήκες της αγοράς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι τιμές τον Αύγουστο του 2022 ήταν πάνω από 350 ευρώ/MWh και τέσσερις φορές υψηλότερες από τον μέσο όρο του 2010-2020.
Ωστόσο, από τον Δεκέμβριο του 2022 οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκαν δραστικά και είναι κατά μέσον όρο κάτω από τα 80 ευρώ/MWh και οι τιμές του φυσικού αερίου όχι μόνο μειώθηκαν, αλλά και σταθεροποιήθηκαν, στον βαθμό που οι αυξήσεις των τιμών που παρατηρήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022 θεωρούνται «λιγότερο πιθανό να συμβούν τον επερχόμενο χειμώνα».
Κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας
Σε ό,τι αφορά τη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή επισημαίνει ότι κυμάνθηκε μεταξύ 0,5% και 15% σε σύγκριση με την περίοδο αναφοράς και πως «δεν βλέπει την ανάγκη παράτασης των μέτρων μείωσης της ζήτησης που ορίζονται στον κανονισμό του Συμβουλίου».
Η Επιτροπή χαρακτηρίζει, μάλιστα, προκλητική τη μείωση της κατανάλωσης στην Ευρώπη, σε σύγκριση με τα τελευταία πέντε χρόνια, την οποία συνδέει με τις καιρικές συνθήκες και τις υψηλές τιμές. Οσον αφορά τους όγκους με τους οποίους μειώθηκε η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στις ώρες αιχμής: δέκα κράτη – μέλη πέτυχαν μείωση 4%-7%, οκτώ πέτυχαν 7%-10% και πέντε πέτυχαν πάνω από 10%.
Η Ελλάδα, μαζί με τη Γαλλία, τη Λιθουανία, τη Σλοβακία και την Ισπανία συγκροτούν την ομάδα χωρών με τη μεγαλύτερη μείωση της κατανάλωσης (πάνω από 10%). Η μείωση της ζήτησης, σύμφωνα με την Κομισιόν, ενσωματώνεται ως διαρθρωτικό μέτρο στην πρόταση σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρισμού μέσω μηχανισμών που στοχεύουν στη μείωση της ενέργειας που παράγεται από ορυκτά καύσιμα και ενίσχυσης της ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ.
Υπερέσοδα
Το μέτρο της επιβολής ανώτατου ορίου (180 ευρώ/MWh) στα έσοδα των χονδρεμπορικών αγορών εφαρμόστηκε με ποικίλους τρόπους από τα κράτη – μέλη, σύμφωνα με την Επιτροπή. Στο σύνολό τους, ωστόσο, οι στρατηγικές εφαρμογής τους δημιούργησαν ρυθμιστικές αβεβαιότητες και εμπόδια για νέες επενδύσεις.
Η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της μόνο προκαταρκτικά στοιχεία για τα έσοδα που απέφερε το μέτρο και κυρίως στοιχεία για τα αναμενόμενα έσοδα, που στηρίχτηκαν όμως στις υψηλές τιμές ενέργειας και δεν αναμένεται να επιβεβαιωθούν. Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, τα συνολικά έσοδα αναμενόταν να ξεπεράσουν τα 50 δισ. ευρώ συνολικά. Το ποσό κατανέμεται άνισα μεταξύ των κρατών – μελών, με τη Γερμανία να αναφέρει τις υψηλότερες εκτιμήσεις με αναμενόμενο ποσό είσπραξης 23,4 δισ. ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη μια πιθανή παράταση του μέτρου έως τις 30 Απριλίου 2024. Ακολουθεί η Γαλλία, με αναμενόμενο ποσό είσπραξης 11 δισ. ευρώ.
Το σκεπτικό πίσω από το πλαφόν στα υπερέσοδα ήταν η είσπραξή τους και η αναδιανομή τους από τα κράτη – μέλη για την αναχαίτιση των υψηλών τιμών. Ο τρόπος που εφαρμόστηκε σε πολλές χώρες έχει οδηγήσει, σύμφωνα με την Κομισιόν, και σε «παράδοξες καταστάσεις, όπου ο παραγωγός μπορεί να αναγκαστεί να πουλάει ηλεκτρική ενέργεια με ζημία», επισήμανση που φωτογραφίζει την Ελλάδα και τις δυστοκίες στην υπογραφή διμερών συμβάσεων (PPAs). Επιπλέον, «οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους τα κράτη – μέλη εφάρμοσαν το ανώτατο όριο εσόδων έχουν δημιούργησε σημαντική ρυθμιστική αβεβαιότητα, η οποία, με τη σειρά της, εγκυμονεί κινδύνους για την ανάπτυξη νέων επενδύσεων, ιδίως σε ανανεώσιμες πηγές, απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της Ε.Ε.».
H Επιτροπή θεωρεί ότι τα πλεονεκτήματα του μέτρου δεν αντισταθμίζουν τον αντίκτυπο στην αβεβαιότητα των επενδυτών και τους κινδύνους για τη λειτουργία της αγοράς και την ενεργειακή μετάβαση και προτείνει να μην παραταθεί.
Υποστήριξη καταναλωτών
Η Επιτροπή, μέσω του Κανονισμού, έδωσε τη δυνατότητα στα κράτη – μέλη να εισάγουν, κατά τη διάρκεια της κρίσης τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, στοχευμένη παρέμβαση τιμών για νοικοκυριά και ΜΜΕ, μεταξύ άλλων σε επίπεδα χαμηλότερα του κόστους, για περιορισμένο όγκο κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
Δημόσια παρέμβαση στον καθορισμό των τιμών για τα νοικοκυριά υπήρχε πριν από την κρίση σε έντεκα χώρες και συγκεκριμένα σε Βέλγιο, Βουλγαρία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιταλία, Λιθουανία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σλοβακία. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, ακόμη επτά κράτη – μέλη εισήγαγαν ρύθμιση τιμών στα νοικοκυριά και συγκεκριμένα η Κροατία, η Τσεχία, η Εσθονία, η Φινλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και η Σλοβενία.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι πολλά κράτη – μέλη εκμεταλλεύτηκαν τη δυνατότητα χρήσης του μέτρου ρύθμισης των τιμολογίων για νοικοκυριά και ΜΜΕ και προχώρησαν σε ρύθμιση τιμών κάτω του κόστους υπό ορισμένες προϋποθέσεις.
Εν όψει των παραπάνω και με βάση τις τρέχουσες και αναμενόμενες συνθήκες προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και τιμών, η Επιτροπή εκτιμά ότι δεν είναι απαραίτητο να παραταθούν και τα μέτρα ελάφρυνσης νοικοκυριών και ΜΜΕ. Επισημαίνει, πάντως, ότι εάν υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στα στοιχεία που έχει αξιολογήσει ή στις συνθήκες της αγοράς μπορεί να χρειαστεί να αναπροσαρμόσει ανάλογα τα συμπεράσματα και τις προτάσεις της.
Σε ό,τι αφορά τη στήριξη των καταναλωτών, αυτή θα περιοριστεί στα ευάλωτα νοικοκυριά, βάσει της προστασίας που παρέχει η Οδηγία για την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας. Χωρίς παρεμβάσεις στην αγορά, αλλά με στοχευόμενα μέτρα κοινωνικής πολιτικής.