Ένα σημαντικό εργαλείο πρόγνωσης για το αν κάποιος θα νοσήσει ελαφριά ή βαριά από κορωναϊό, το COMPASS-COVID-19 SCORE, πρόκειται σύντομα να προωθηθεί
και να ενταχθεί στη λειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται για κλινικοεργαστηριακό σκορ εκτίμησης κινδύνου επιδείνωσης, που ανέπτυξε η ομάδα του καθηγητή αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, Γρηγόρη Γεροτζιάφα, το οποίο είναι διαθέσιμο με ελεύθερη πρόσβαση στο site medupdate.eu. Το εν λόγω κλινικοεργαστηριακό σκορ βασίζεται σε μελέτη η οποία έγινε στο Παρίσι και δημοσιεύθηκε πριν από περίπου δύο εβδομάδες στο επιστημονικό περιοδικό «Τhromvosis and Aimostasis».
«Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να δούμε ποιος είναι ο άνθρωπος που κινδυνεύει να αρρωστήσει βαριά, άρα να κάνουμε γρήγορα κάποιες ιατρικές πράξεις και θεραπευτικές επιλογές, που θα σταματήσουν την εξέλιξη του covid στη βαριά του μορφή. Κι έτσι ευελπιστούμε ότι θα ανακόψουμε την πορεία των ασθενών προς τις μονάδες εντατικής θεραπείας, καθώς αυτή είναι και η βασική αντίληψη στη θεραπευτική του κορωνοϊού», δηλώνει στο Πρακτορείο Fm και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» ο διακεκριμένος αιματολόγος Γρηγόρης Γεροτζιάφας.
Ο καθηγητής, που είναι και διευθυντής της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση, INSERM U938, καθώς επίσης και πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Πρωτοκόλλων για την Φλεβική Θρόμβωση, αναφέρεται στον καίριο ρόλο που καλείται να παίξει η ΠΦΥ σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μιλάει, μεταξύ άλλων, για τα post covid ιατρεία που ήδη αναπτύσσονται στο Παρίσι, λόγω των σοβαρών παρενεργειών που κάποιοι ασθενείς παρουσιάζουν μήνες μετά την αποθεραπεία τους, ενώ φέρνει στο τραπέζι και δεδομένα που συσχετίζουν τη βαρύτητα της νόσου όχι μόνο με την ποσότητα του ιικού φορτίου, αλλά και με την ένταση της μόλυνσης του περιβάλλοντος. Όσον αφορά τη χρήση της μάσκας, o ηγέτης στο χώρο της αιματολογίας διεθνώς, εμφανίζεται κατηγορηματικός: «Η βαρύτητα της νόσου συνδέεται με την ποσότητα του ιικού φορτίου. Και σε αυτό βοηθάει πάρα πολύ η μάσκα. Για να τελειώσουν οποιεσδήποτε συζητήσεις αν χρειάζεται ή δεν χρειάζεται, αν σταματάει τον ιό ή όχι! Η μάσκα θα ελαττώσει το φορτίο του ιού που εκπέμπω και θα ελαττώσει επίσης το φορτίο του ιού που θα πάρω».
Ολόκληρη η συνέντευξη του καθηγητή έχει ως εξής:
Τι νεότερα δεδομένα υπάρχουν σε σχέση με τη γνώση και την πρόγνωση για το ποιοι ασθενείς θα νοσήσουν βαριά. Την περασμένη φορά που είχαμε μιλήσει τον Απρίλιο εν μέσω καραντίνας, μου είχατε πει ότι αναπτύσσετε ένα κλινικο-εργαστηριακό score που βασίζεται στους βιοδείκτες ενεργοποίησης της πήξης και της βλάβης των αγγείων, ώστε να εντοπίσετε έγκαιρα τους ασθενείς που κινδυνεύουν με επιδείνωση της κλινικής τους κατάστασης. Σε ποια φάση βρίσκεται αυτό το εργαλείο;
Από το Μάρτιο μέχρι σήμερα έχουμε προχωρήσει στη δημοσίευση της μελέτης για αυτό το σκορ, η οποία έγινε εδώ στο Παρίσι. Το σκορ πλέον είναι διαθέσιμο με ελεύθερη πρόσβαση στο site medupdate.eu. και ονομάζεται COMPASS-COVID-19 SCORE. Πρόκειται για ένα σκορ το οποίο βασίζεται σε βασικά κλινικά δεδομένα, που ξέρουμε ότι σχετίζονται με υψηλό κίνδυνο επιδείνωσης της νόσου, όπως το φύλο και η παχυσαρκία. Αλλά και σε βασικά αιματολογικά τεστ, που γίνονται εύκολα σε εργαστήρια, τα οποία δεν είναι εξειδικευμένα, είτε στην πόλη ή σε νοσοκομειακές μονάδες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης. O γιατρός συμπληρώνει το ερωτηματολόγιο στο site με αυτά τα δεδομένα, και με το σκορ αυτό μπορεί να ταξινομήσει τους ασθενείς ανάλογα με το σύνολο των αποτελεσμάτων, σε υψηλού ή χαμηλού κινδύνου, όσον αφορά την εξέλιξη της νόσου. Δηλαδή μπορούμε εγκαίρως να δούμε αν ο ασθενής θα χρειαστεί διασωλήνωση.
Και πότε ακριβώς γίνεται αυτό το τεστ;
Καταρχήν γίνεται σε ασθενείς που έχουν επιβεβαιωμένο covid, αλλά και σε άτομα για τα οποία υπάρχει υψηλή κλινική υποψία, σε μονάδες νοσηλείας, εξωτερικά ιατρεία ή σε κέντρα που είναι οργανωμένα για να αντιμετωπίσουν σε πρωτοβάθμιο επίπεδο τους ασθενείς με covid.
Η μελέτη για το COMPASS-COVID-19 SCORE πού δημοσιεύτηκε;
Στο επιστημονικό περιοδικό «Τhromvosis and Aimostasis» και συνδέεται και με μία μεγάλη προσπάθεια που έγινε για να φτιάξουμε κατευθυντήριες οδηγίες, που επίσης δημοσιεύθηκαν σε αυτό το περιοδικό, για τη διαχείριση των ασθενών με καρδιαγγειακά νοσήματα. Γιατί γνωρίζουμε σήμερα ότι οι 2 στους 3 που μπαίνουν στη ΜΕΘ έχουν καρδιαγγειακά νοσήματα ή έχουν καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου (ζάχαρο, πίεση, παχυσαρκία). Άρα, λοιπόν, αν επικεντρωθούμε σ’ αυτούς τους αρρώστους και αν έχουμε ένα εργαλείο όπως είναι το COMPASS-COVID-19 SCORE, ώστε έγκαιρα να κάνουμε την εκτίμηση του κινδύνου επιδείνωσης του νοσήματος, ευελπιστούμε ότι θα ανακόψουμε την πορεία των ασθενών προς τις μονάδες εντατικής θεραπείας. Αυτή άλλωστε είναι και η βασική αντίληψη στη θεραπευτική του κορωνοϊού. Ελπίζουμε ότι θα μπορέσουμε να δούμε ποιος είναι ο άνθρωπος που κινδυνεύει να αρρωστήσει βαριά, άρα να κάνουμε γρήγορα κάποιες ιατρικές πράξεις και θεραπευτικές επιλογές, που θα σταματήσουν την εξέλιξη του covid στη βαριά του μορφή.
Αυτό το εργαλείο, το COMPASS-COVID-19 SCORE που ανακαλύψατε, χρησιμοποιείται διεθνώς αυτή τη στιγμή;
Η δημοσίευση της μελέτης έγινε πριν από δύο εβδομάδες. Το feedback που έχουμε από τον εκδότη του περιοδικού είναι ότι θα προωθηθεί και θα ενταχθεί στη λειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, κάτι το οποίο ήδη άλλωστε γίνεται, όπως μαθαίνουμε από διάφορες χώρες.
Μετά από πόσο καιρό από την αποθεραπεία του παύει κάποιος που έχει νοσήσει με κόβιντ, να κινδυνεύει από τις επιπλοκές; Διαβάζω από πρόσφατες μελέτες ότι μήνες μετά, υπάρχουν σοβαρά προβλήματα.
Έτσι είναι. Δεν αφορά όλους τους ανθρώπους που νοσούν. Αλλά υπάρχει ένα ποσοστό, το οποίο ακόμη δεν είναι διευκρινισμένο, γιατί δεν έχουμε τις σωστές στατιστικές επεξεργασίες, για την επόμενη μετά την αποθεραπεία φάση. Μέσα στον πρώτο μήνα μετά τη νοσηλεία παρατηρούνται επεισόδια πνευμονικής εμβολής, σε ένα ποσοστό που εκτιμάται ότι μπορεί να είναι 2-3%. Και η πνευμονική εμβολή είναι θανατηφόρος, αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα ή είναι βαριά από την αρχή. Γι’ αυτό και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα που έχουμε σήμερα προτείνουν επέκταση της αντιπηκτικής αγωγής για προφύλαξη στους αρρώστους που κρίνονται από τους γιατρούς τους ότι έχουν υψηλό κίνδυνο, μέχρι και ένα μήνα μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Άρα η νόσος αφήνει κάποιες βλάβες σε κάποιους, όχι σε όλους.
Μετά από πόσο καιρό από την αποθεραπεία μπορεί κάποιος να είναι σίγουρος ότι θα πάει καλά;
Γενικά θα πάει καλά. Ωστόσο σε επιλεγμένους αρρώστους χρειάζεται περαιτέρω παρακολούθηση. Γι’ αυτό κι εμεί έχουμε πλέον οργανώσει post covid ιατρεία, εδώ στο Παρίσι.
Είστε πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής πρωτοκόλλων για τη Φλεβική Θρόμβωση και αναρωτιέμαι αν έχετε συζητήσει στην επιτροπή για τα post covid ιατρεία, που ήδη έχετε οργανώσει στη Γαλλία.
Το έχω συζητήσει με τους αρμόδιους παράγοντες, κυρίως διοικητικούς παράγοντες του υπουργείου Υγείας. Είναι μία διαδικασία που αφορά στην ΠΦΥ και πλέον υπάρχει γραμματέας ΠΦΥ, ο κ. Θεμιστοκλέους, ο οποίος είναι ενήμερος αυτής της αντίληψης. Αλλά και ο κ. Θηραίος που συμμετέχει στην επιτροπή Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου για θέματα ΠΦΥ και έχουμε συζητήσει διεξοδικά αυτό το θέμα.
Το ερώτημα είναι αν σε δημόσιο επίπεδο θα υπάρξει κάτι σχετικό; Εννοώ post covid ιατρεία στην Ελλάδα.
Σε δημόσιο επίπεδο χρειάζεται πολιτική βούληση.
Οι επανανοσήσεις είναι μεν σπάνιες, ωστόσο εγείρονται απορίες για το κατά πόσον τελικά χτίζεται ανοσία απέναντι στον ιό, μετά από μία νόσηση και για πόσο καιρό;
Τα δεδομένα που έχουμε είναι ότι συχνά, σε διάστημα έξι μηνών μετά τη λοίμωξη, ανιχνεύονται αντισώματα. Σε άλλους ανθρώπους τα αντισώματα ανιχνεύονται μέχρι το πρώτο τρίμηνο, σε άλλους μέχρι το τέταρτο. Αλλά το ότι ανιχνεύουμε τα αντισώματα είναι ένα θέμα. Από κει και πέρα υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, αναμνηστικοί, που ακόμα κι αν εξαφανιστούν τα αντισώματα, ο οργανισμός μπορεί να «απαντήσει» και να παράξει καινούργια σαν να έχει εκτεθεί στον ιό. Το ερώτημα είναι εάν στις επαναμολύνσεις έχουμε το ίδιο στέλεχος του ιού ή διαφορετικό.
Έχει να κάνει με τις μεταλλάξεις αυτό;
Πολύ πιθανόν. Ναι. Πράγμα το οποίο βέβαια αν ισχύει, αλλάζει και την προσέγγιση των εμβολιασμών, όπως άλλωστε συμβαίνει και με το εμβόλιο της γρίπης που κάθε χρόνο είναι διαφορετικό. Γεγονός που κατά τη γνώμη μου θέτει σε προτεραιότητα την οργάνωση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε όλη την Ευρώπη, με επίκεντρο τον covid, είτε υπάρχει εμβόλιο είτε όχι.
Η ιχνηλάτηση μπορεί σε αυτή τη φάση να αλλάξει την πορεία της πανδημίας και να μειώσει τη μεταδοτικότητα; Ή πλέον έχουμε ξεφύγει αριθμητικά και δεν είναι δυνατό να γίνεται απομόνωση των φορέων;
Τώρα εγώ προσωπικά και κυρίως λόγω των εμπειριών από τα νοσοκομεία εδώ στο Παρίσι, έχω την αίσθηση ότι δεν μπορούμε να χειριστούμε αυτά τα περιστατικά. Η ιχνηλάτηση βοηθάει για να καταλαβαίνεις την τάση. Βοηθάει τους επιδημιολόγους. Νομίζω πια ήρθε η ώρα της ιατρικής. Ήρθε η ώρα των γιατρών να παρέμβουν στη διαχείριση της θεραπείας των ασθενών. Μέχρι τώρα χειριζόμαστε την επιδημία, τον ιό. Πλέον ήρθε η ώρα να χειριστούμε τους ασθενείς. Αυτό ισχύει από παλιότερες επιδημίες. Δεν είναι καινούργιο.
Πόσο σημαντικοί στη μετάδοση του ιού είναι οι ασυμπτωματικοί;
Νομίζω ότι τα απόλυτα νούμερα είναι οι άνθρωποι που νοσηλεύονται σε μονάδες κόβιντ και σε ΜΕΘ. Έχουμε μπροστά μας πολύ δρόμο, ο οποίος θα είναι ανηφορικός, δύσκολος και θα έχουμε να θεραπεύσουμε πολλούς ανθρώπους, όχι μόνο τους νοσούντες από covid, αλλά και τους χρονίως πάσχοντες. Που σημαίνει ότι αντί να καθόμαστε να κάνουμε πρόγνωση σαν τους μετεωρολόγους, καλύτερα να κάνουμε διεύρυνση του συστήματος υγείας. Δεν μπορώ να σας απαντήσω για το ποια είναι η μεταδοτικότητα στους ασυμπτωματικούς. Αλλά δε νομίζω ότι εκεί είναι το επίκεντρο. Ας συζητήσουμε περισσότερο για το πώς θα αναπτύξουμε δημόσια πρωτοβάθμια περίθαλψη. Να βοηθήσει ο ιδιωτικός τομέας οργανωμένα, όπως έγινε στη Γαλλία στην πρώτη φάση της επιδημίας. Να μπούνε στο παιχνίδι κοινωνικοί φορείς. Γιατί θα χρειαστούμε μεγάλες ιατρικές δυνάμεις. Πρέπει να είναι συντονισμένες και να λειτουργούν με επίκεντρο τον covid.
Ποια είναι η εκτίμηση σας για την πορεία της επιδημίας στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες, μια και είπατε ότι θα χρειαστούμε μεγάλες ιατρικές δυνάμεις;
Στην Ελλάδα είμαστε μπροστά σε ένα νέο κύμα το οποίο θα είναι μεγάλο και θα έχουμε μία περαιτέρω δυσκολία σε σχέση με τη Γαλλία το Μάρτιο, γιατί ο ελληνικός πληθυσμός είναι υγειονομικά κουρασμένος, μετά και από την δεκαετή οικονομική κρίση.
Στη συνέντευξη που μου είχατε δώσει τον Απρίλιο, μου είχατε πει ότι εκείνο το διάστημα οι γιατροί στη Γαλλία, μπήκαν στη δυσάρεστη θέση να κάνουν διαλογή στο ποιοι ασθενείς θα διασωληνωθούν. Άρα, μου λέτε ότι μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε τέτοιες καταστάσεις εδώ στην Ελλάδα;
Ελπίζω ότι δεν θα φτάσουμε ξανά σε τέτοια σημεία, ούτε στην Ελλάδα ούτε στη Γαλλία. Κι ο λόγος είναι ότι το Μάρτιο δεν είχαμε θεραπευτικές στρατηγικές που να ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά του νοσήματος. Ενώ σήμερα ξέρουμε να χειριζόμαστε τους ασθενείς. Όχι να θεραπεύουμε τον ιό. Αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, θα είναι συνολική αποτυχία όχι μόνο του συστήματος υγείας, ή πολιτική αποτυχία, αλλά αποτυχία της ιατρικής να μεταφέρει και να εφαρμόσει τη γνώση που έχει παραχθεί μέσα στο τελευταίο εξάμηνο.
Υπάρχουν δεδομένα που να συσχετίζουν τη μόλυνση του περιβάλλοντος με τον κορωνοϊό και σε ποιο επίπεδο;
Υπάρχει μία σειρά μελετών από όλες τις χώρες, ΗΠΑ, Γερμανία, Κίνα. Αλλά οι καλύτερες αυτή τη στιγμή είναι από τη βόρειο Ιταλία. Οι Ιταλοί λοιπόν παρατήρησαν το εξής: Ότι στις περιοχές της βόρειας Ιταλίας που η συχνότητα εμφάνισης του ιού ήταν ίδια τόσο σε αστικές περιοχές βιομηχανικού τύπου, όσο και σε περιοχές με δάση, η συχνότητα βαριάς νόσησης ήταν πολύ μικρή, εκεί που το περιβάλλον ήταν καθαρό. Στη συνέχεια έκαναν κάποιες άλλες αναλύσεις που συσχέτισαν τη βαρύτητα του covid και τη συχνότητα νοσηλείας μέσα στις ΜΕΘ και τη θνητότητα, με την ένταση της μόλυνσης του περιβάλλοντος. Kαι βρήκαν ότι όσο πιο μολυσμένο ήταν το περιβάλλον τόσο πιο βαρύ covid αναπτύσσεται. Το συμπέρασμα από τις μελέτες είναι ότι πληθυσμοί που εκτίθενται χρόνια σε περιοχές βιομηχανικής ή αστικής μόλυνσης έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να πάθουν covid, απ’ ό,τι στις αγροτικές περιοχές. Αυτό το στοιχείο νομίζω θα βοηθήσει και στη γεωγραφική κατανομή των ιατρείων πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Η βαρύτητα της νόσου έχει να κάνει με το ιικό φορτίο; Αν δηλαδή κόλλησες πολύ ή λίγο; Και με ποιους άλλους παράγοντες;
Ναι, η βαρύτητα της νόσου συνδέεται με την ποσότητα του ιικού φορτίου. Και σε αυτό βοηθάει πάρα πολύ η μάσκα για να τελειώσουν οποιεσδήποτε συζητήσεις αν χρειάζεται, δεν χρειάζεται, αν σταματάει τον ιό ή όχι η μάσκα! 1. Η μάσκα θα ελαττώσει το φορτίο του ιού που εκπέμπω και θα ελαττώσει επίσης το φορτίο του ιού που θα πάρω. 2. Όσο γρηγορότερα γίνει η διάγνωση του covid και αρχίσουν οι πιο στοχευμένες συντηρητικές θεραπείες τόσο λιγότερη θα είναι η αντίδραση της υπερφλεγμονώδους κατάστασης που πυροδοτεί ο ιός. 3. Εξαρτάται πόσο έγκαιρα θα εφαρμοστεί η αντιθρομβωτική αγωγή, η οποία είναι μέρος της συνολικής θεραπείας για τη νόσο. Και 4. Το πόσο βαριά θα γίνει η νόσηση, εξαρτάται από κάποιους ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες που δεν τους γνωρίζουμε ακόμη, όπως γενετικά χαρακτηριστικά, λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, υποκείμενα νοσήματα που δεν έχουν εκδηλωθεί.
Πώς είναι τα πράγματα αυτή τη στιγμή στο Παρίσι με την απαγόρευση της κυκλοφορίας από τις 9 το βράδυ, που επιβλήθηκε για τις επόμενες τουλάχιστον 4 εβδομάδες;
Υπάρχει μία γενική ανησυχία, κυρίως στους επαγγελματίες του χώρου του πολιτισμού και της εστίασης. Δεν υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη από τον πληθυσμό ως προς την αποτελεσματικότητα των μέτρων, επειδή όλες οι δραστηριότητες συνεχίζουν έως τις 9, όπου π.χ. παρατηρείται σε διάφορες ώρες συνωστισμός στα ΜΜΜ. Υπάρχει κούραση στον πληθυσμό γενικά και ειδικότερα κούραση και απογοήτευση στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, τόσο στα δημόσια νοσοκομεία όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Και υπάρχει αυτή η μεγάλη απογοήτευση, γιατί ο κόσμος γνωρίζει ότι από το Μάρτιο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε καμία βελτίωση στις υποδομές των νοσοκομείων. Άρα, το δεύτερο κύμα που είναι τώρα σε εξέλιξη θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα. Από την άλλη, έχουμε μεγάλα θέματα με ασθενείς με χρόνια νοσήματα που παραμελήθηκαν και τώρα έρχονται σε βαριά κατάσταση.
*Η ιατρική και ερευνητική ομάδα του Τμήματος Θρόμβωσης και Αιμόστασης στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Tenon, στην οποία είναι διευθυντής ο κ. Γεροτζιάφας, εξειδικεύεται σε θέματα θρόμβωσης και αντιθρομβωτικής θεραπείας.