Η διαπλοκή τραπεζών και πολιτικών για τη «λεύκανση» 2 τρισ. δολαρίων – Τι αποκαλύπτουν οι φάκελοι του αμερικανικού Δικτύου Αντιμετώπισης του Οικονομικού Εγκλήματος (FinCEN Files).
Σοκ στη διεθνή κοινή γνώμη και στις αγορές προκάλεσαν οι αποκαλύψεις των φακέλων του αμερικανικού Δικτύου Αντιμετώπισης του Οικονομικού Εγκλήματος (FinCEN Files) για την οργανική συμμετοχή και τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζει η παγκόσμια τραπεζική ελίτ στο ξέπλυμα χρήματος από παράνομες δραστηριότητες. Τα ποσά που φέρονται ότι διακινήθηκαν σε περίπου 18 χρόνια είναι τεράστια (2 τρισ. δολάρια), ενώ η διαπλοκή των προσώπων τόσο προκλητική που θέτει ερωτήματα ακόμα και για τη νομιμοποίησή τους ως φορέων των εξουσιών που ασκούν. Διότι δεν είναι απλή φοροαποφυγή των υπερπλουσίων το ξέπλυμα χρήματος. Υποθάλπει το κοινό έγκλημα, διαβρώνει τη δημοκρατία, αποσταθεροποιεί έθνη ολόκληρα. Και ασφαλώς επιτείνει τις διαρκώς αυξανόμενες παγκοσμίως ανισότητες, καθώς στερεί από τις κυβερνήσεις τεράστιους πόρους για να αναδιανείμουν.
Τα απόρρητα κυβερνητικά ντοκουμέντα που έφερε στο φως η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (ICIJ) δείχνουν ότι μεγάλες τράπεζες της Γουόλ Στριτ, όπως η JPMorgan Chase, η HSBC, η Standard Chartered Bank, η Deutsche Bank και η Bank of New York Mellon, παρά τις ρητές δεσμεύσεις τους προς την αμερικανική κυβέρνηση συνέχισαν να κερδοσκοπούν συνεργαζόμενες με παράγοντες στοχοποιημένους από τις ίδιες τις ΗΠΑ ως ανατροπείς της διεθνούς νομιμότητας και ως πολέμιους των αξιών της δημοκρατίας και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Συνολικά 90 χρηματοπιστωτικοί όμιλοι από όλον τον κόσμο εμπλέκονται στο σκάνδαλο που καλύπτει την περίοδο 2000-2017 και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί διαρκές. Διότι μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 που χρηματοδοτήθηκαν, ως γνωστόν, μέσω θεσμικών τραπεζικών οδών, η Ουάσιγκτον και η διεθνής κοινότητα έπαψαν να ανέχονται την αθρόα διακίνηση ύποπτων κεφαλαίων – δίχως να επιδεικνύουν πυγμή και αποφασιστικότητα, πάντως, για να την εξαλείψουν.
Η κορυφή του παγόβουνου
Η έρευνα της ICIJ, που δημοσιοποιήθηκε με την καθοριστική συμβολή του ιστοτόπου BuzzFeed, βασίστηκε σε πληροφορίες των ίδιων των τραπεζών, οι οποίες μετά την 11η Σεπτεμβρίου υποχρεώνονται να αναφέρουν εντός 60 ημερών κάθε «ύποπτη δραστηριότητα» ή συναλλαγή στην αγορά που υποπίπτει στην αντίληψή τους.
Πρόκειται για μια διαδικασία που «εξευμενίζει» τις διωκτικές αρχές και εξασφαλίζει σε αυτές επιεικέστερη μεταχείριση. Οι τράπεζες δηλαδή αλληλοκαρφώνονται και… αυτοκαρφώνονται, αλλά εξακολουθούν να ξεπλένουν ποταμούς κεφαλαίων που είναι προϊόντα εγκλήματος. Την περασμένη Τρίτη στην ιστοσελίδα της ICIJ δημοσιεύθηκε η πληροφορία ότι η HSBC μετά το πρόστιμο-ρεκόρ των 1,9 δισ. δολαρίων, που κατέβαλε το 2012, ξέπλυνε τεράστια ποσά που προέρχονταν από επενδυτικές «πυραμίδες».
Οι έρευνες των δημοσιογράφων της ICIJ βασίστηκαν σε περισσότερες από 2.500 «αναφορές ύποπτης δραστηριότητας» που υποβλήθηκαν στη FinCEN. Είναι βέβαια μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς εξετάστηκε μόλις το 0,02% των συνολικά 12 εκατομμυρίων αναφορών ύποπτων δραστηριοτήτων που κατατέθηκαν στην υπηρεσία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών την περίοδο 2000-2017.
Ούτως ή άλλως οι αμερικανικές αρχές ερευνούν μόνο το 4% των αναφορών που φθάνουν στα χέρια τους.
Παρά ταύτα τα ποσά που φέρονται να έχουν διακινήσει λάθρα των Αρχών οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί της Γουόλ Στριτ – μόνο η Deutsche Bank, όπως φαίνεται στον πίνακα, φέρεται να έχει ξεπλύνει 1,3 τρισ. δολάρια – είναι σοκαριστικά. Εξίσου σοκαριστικές είναι και οι αποκαλύψεις για τα πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται στο σκάνδαλο.
Παρά το ότι αρκετές φορές πρόκειται για συνήθεις υπόπτους – για πολιτικές προσωπικότητες που δεν φημίζονται για την προσήλωσή τους στις αρχές της δημοκρατίας και της διαφάνειας.
Υποπτοι, συνήθεις και μη
Τα FinCen Files έφεραν στο προσκήνιο ρώσους και ουκρανούς ολιγάρχες (τους ευνοούμενους των μετασοβιετικών καθεστώτων που κληρονόμησαν τα βιομηχανικά και κυρίως ενεργειακά «φιλέτα» της πρώην ΕΣΣΔ), όπως είναι ο πολυπράγμων Ολεγκ Ντεριπάσκα με το τεράστιο φιλανθρωπικό έργο ή ο ουκρανός Ρινάτ Αχμέτοφ. Εφεραν και πολιτικά πρόσωπα από τις «νεοφώτιστες» στον καπιταλισμό χώρες της Βαλτικής και από χώρες της Αφρικής, της Λατινικής Αμερικής ή της Ασίας.
Οι διαρροές των φακέλων των αμερικανικών υπηρεσιών έφεραν όμως στο φως δραστηριότητες προσώπων που είχαν ή εξακολουθούν να έχουν «πολύ εύκολη πρόσβαση» στον Λευκό Οίκο – και εν προκειμένω οι ύποπτοι δεν είναι «συνήθεις».
Πρόκειται για τον πρώην διευθυντή της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 Πολ Μάναφορτ. Ουσιαστικά τα FinCEN Files και οι δημοσιογράφοι της ICIJ (παρεμπιπτόντως, είναι οι ίδιοι που αποκάλυψαν και τα διαβόητα Panama Papers) επιβεβαίωσαν τον ρόλο που έπαιξε ο πρώην συνεργάτης του αμερικανού προέδρου ως εισπράκτορας κεφαλαίων εκ μέρους ουκρανών ολιγαρχών.
Οι πληρωμές, που υπολογίζονται σε 50 εκατ. δολάρια μέσα σε μία διετία, γίνονταν μέσω εταιρειών-κελύφων, όπως η NoviRex – η πληροφορία αυτή αποκαλύφθηκε το 2018 στη δίκη του Μάναφορτ για τραπεζική απάτη και άλλα εγκλήματα. Γίνονταν και μέσω της JPMorgan, που έφτασε να εγκρίνει συναλλαγές 6,5 εκατ. δολαρίων του Μάναφορτ 14 μήνες μετά την παραίτησή του από το team του Τραμπ. Στην υπόθεση εμπλέκεται και ο φιλορώσος πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανούκοβιτς, με τον οποίο συνεργαζόταν ο Μάναφορτ.
Η JPMorgan Chase εμπλέκεται επίσης σε παράνομες μεταφορές χρημάτων και καταχρήσεις δημοσίου χρήματος στη Μαλαισία και στη Βενεζουέλα. Φέρεται να ξέπλυνε 1 δισ. δολάρια για λογαριασμό φυγόδικου μαλαισιανού επιχειρηματία και ότι μετέφερε τουλάχιστον 2 εκατ. δολάρια για λογαριασμό δύο αντιφρονούντων επιχειρηματιών της Βενεζουέλας που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της ενέργειας και κατηγορούνται (όχι βέβαια από τη Δύση) ότι εξαπάτησαν την κυβέρνηση του Καράκας προκαλώντας διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος σε μεγάλα τμήματα της χώρας.
Γιατί τώρα;
Το (ελαφρώς συνωμοσιολογικό είναι αλήθεια) ερώτημα που ανακύπτει με τις επί καθημερινής βάσεως εξόχως ενοχλητικές για πολλούς στην Ουάσιγκτον αποκαλύψεις είναι: «Γιατί τώρα;». Είναι συμπτωματικές οι διαρροές των FinCen Files στο Buzzfeed στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, δηλαδή μόλις 40 ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου; Αραγε ποιον ωφελεί πολιτικά ο διασυρμός των κραταιών χρηματοπιστωτικών θεσμών, αυτών που «κυβερνούν τον κόσμο» κατά τον γάλλο συγγραφέα Μαρκ Ρος – και όμως, η «αγαπημένη» του Ρος, Goldman Sachs, βρίσκεται εκτός του Τop 10 των FinCEN Files.
Ποιον ωφελούν εν τέλει οι ανανεωμένες υποψίες για χρηματοδότηση (μέσω της Goldman Sachs) της προεκλογικής εκστρατείας του 2016 του Τραμπ από τη Μόσχα; Ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν έσπευσαν την περασμένη Τετάρτη να διαπιστώσουν κενά στο νομοθετικό πλαίσιο και στην εποπτεία του χρηματοοικονομικού κλάδου και ζήτησαν μεταρρυθμίσεις στη Γουόλ Στριτ.
Αλλά οι πολιτικοί αυτοί εκπροσωπούν την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών που ηττήθηκε στη μάχη για το χρίσμα του κόμματος στις προεδρικές. Ο Τζο Μπάιντεν και οι κεντρώοι που επικράτησαν είναι πιο «θεσμικοί». Δεν θα ήθελαν να αμφισβητήσουν τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος και γι’ αυτό φροντίζουν να είναι φειδωλοί σε δηλώσεις και αντιδράσεις.
Κατά μια διαφορετική εκδοχή η όλη αποκάλυψη ευνοεί τον Τραμπ. Τον ευνοεί στο μέτρο που κάποιοι πολίτες που θα σκέφτονταν να ψηφίσουν «αλλαγή» θα απογοητευθούν από τη «σαπίλα του συστήματος», θα σκεφτούν ότι «όλοι ίδιοι είναι», επομένως «ας κάτσουμε και την ημέρα των εκλογών στο σπίτι μας να σημαδεύουμε με τους φελλούς το βαρέλι» (περιμένοντας το μπέρμπον να ωριμάσει, κατά τη γνωστή διαφήμιση).
Οι γαμπροί στήνουν τις δουλειές
Εγγραφα των FinCEN επιβεβαιώνουν τη στενή σχέση των οικογενειών Τραμπ και Ερντογάν, μια σχέση που για τον ηγέτη της Τουρκίας έχει αποβεί πολύ επικερδής και οικονομικά. «Κλειδιά» και σύνδεσμοι των δύο οικογενειών είναι τα τελευταία χρόνια οι γαμπροί των προέδρων των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Ο Τζάρεντ Κούσνερ και ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, που ο Ερντογάν έχει διορίσει και υπουργό Οικονομικών. Κομβικό ρόλο στην παράνομη διακίνηση κεφαλαίων, χρυσού αλλά και πετρελαίων διαδραμάτισε η τράπεζα Aktif Bank, θυγατρική του γιγαντιαίου ομίλου Calik Holding, διευθύνων σύμβουλος του οποίου ήταν ο Αλμπαϊράκ προτού υπουργοποιηθεί.
Η Aktif Bank εμπλέκεται στο «σπάσιμο» των αμερικανικών κυρώσεων κατά της Τεχεράνης και σε εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου. Επίσης εμπλέκεται σε δοσοληψίες με τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, ακόμα και σε διακίνηση πορνογραφικού υλικού. Συνολικά η Aktif Bank φέρεται να έχει μεσολαβήσει για ύποπτες συναλλαγές αξίας περίπου 91,6 εκατ. δολαρίων μέσω συνεργατών της στις ΗΠΑ. Τις ύποπτες δραστηριότητες της τουρκικής τράπεζας στο Αφγανιστάν «κάρφωσε» η Bank of America. Βάσει των καταγγελιών, η Aktif πραγματοποίησε 561 ύποπτες μεταφορές κεφαλαίων ύψους 35,3 εκατ. δολαρίων από λογαριασμούς στο Αφγανιστάν, την εποχή που τα αμερικανικά στρατεύματα πολεμούσαν ακόμα τους Ταλιμπάν.
Προκλητικότερη μοιάζει η παρέμβαση του Λευκού Οίκου για να σταματήσει η περυσινή δίωξη μιας άλλης τουρκικής τράπεζας, της κρατικής Halkbank, από τις αμερικανικές αρχές. Από το 2013 η Halkbank ήταν το όχημα χρηματισμού της οικογένειας Ερντογάν και άλλων τούρκων πολιτικών από τις πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου στην Τουρκία (4% ήταν η μίζα). Τον Απρίλιο του 2019, λίγο προτού ξεκινήσει δίωξη κατά της Halkbank, ο Αλμπαϊράκ έγινε δεκτός στο Οβάλ Γραφείο από τον Τραμπ με μεσολάβηση του γαμπρού του Τζάρεντ Κούσνερ – στη συνάντηση ήταν παρών και ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνουτσίν.
Τον Αλμπαϊράκ έφερε στον Λευκό Οίκο ο Κούσνερ έπειτα από μεσολάβηση ενός… τρίτου γαμπρού, του Μεχμέτ Γιαλτσιντάγκ. Πρόκειται για τον σύζυγο της κόρης ενός στενού συνεργάτη του Τραμπ στο πρότζεκτ της ανέγερσης των επιβλητικών Trump Towers της Κωνσταντινούπολης. Τα κοινά συμφέροντα φαίνεται πως οδήγησαν σε παρασκηνιακή παρέμβαση του αμερικανού προέδρου στη Δικαιοσύνη για να προστατεύσει τον τούρκο ομόλογό του.
Η Κύπρος και οι ελληνικές τράπεζες
Τα FinCEN files αποκάλυψαν ότι τουλάχιστον το 20% των τραπεζικών λογαριασμών που διακινούν μαύρο χρήμα έχουν κατόχους με διευθύνσεις σε έναν από τους γνωστούς φορολογικούς παραδείσους: στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους αλλά και στην ίδια τη Βρετανία. Και στις ΗΠΑ (στο Ντελαγουέρ κυρίως), στο Χονγκ Κονγκ, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στη Ρωσία και ασφαλώς στην Ελβετία, που αγωνίζεται ακόμα να διασώσει ό,τι μπορεί περισσότερο από το διαβόητο «τραπεζικό απόρρητο». Και στην Κύπρο.
Στην Ελλάδα τα ποσά που ξεπλύθηκαν την περίοδο που καλύπτουν τα FinCEN files είναι συγκριτικά ελάχιστα – δεν φαίνεται να ξεπερνούν τα 12,5 εκατ. δολάρια. Αλλά υπάρχουν υποψίες ότι διακίνησαν εν κρυπτώ πολλαπλάσια κεφάλαια μέσω των θυγατρικών τους στην Κύπρο. Σε κάθε περίπτωση, μετά τις μεταρρυθμίσεις στο νομοθετικό πλαίσιο που υιοθετήθηκαν το 2013 στην Κύπρο φαίνεται πως η διακίνηση ύποπτων κεφαλαίων από κάθε γωνιά της Γης μέσω του νησιού περιορίστηκε σημαντικά. Τα FinCEN έδειξαν ότι το διάστημα 2011-2013 διενεργήθηκαν συνολικά 591 ύποπτες συναλλαγές και διακινήθηκαν 1,1 δισ. δολάρια. Τις αποκαλύψεις ερευνά ήδη η κεντρική τράπεζα της χώρας, η οποία «θα ενεργήσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της», όπως δήλωσε ο κύπριος κεντρικός τραπεζίτης Κωνσταντίνος Ηροδότου.