Την ώρα που ο ΠΟΥ προειδοποιεί ότι η πανδημία είναι σε εξέλιξη, αρκετές χώρες δοκιμάζουν την έξοδο από τα lockdown για να αποφύγουν την οικονομική και κοινωνική καταστροφή.
Οι προειδοποιήσεις του ΠΟΥ είναι σαφείς: η πανδημία είναι σε εξέλιξη και αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να φερόμαστε ως να έχει τελειώσει. Αυτό, άλλωστε, αποτυπώνουν τα στοιχεία που δείχνουν ότι η συνεχίζονται παγκοσμίως να καταγράφονται νέα κρούσματα με αυξητικό ρυθμό, έστω και ένα φαίνεται να υπάρχει μια υποχώρηση του αριθμού των θανάτων.
Είναι αλήθεια ότι σε αρκετές χώρες του Βορείου Ημισφαιρίου φαίνεται η πανδημία να είναι σε υποχώρηση και εδώ η χαλάρωση των μέτρων κυρίως ακολουθεί τη σημαντική μείωση των ημερήσιων κρουσμάτων στοιχείο που παραπέμπει σε διαρκώς μειούμενη διασπορά και μετάδοση μέσα στην κοινότητα. Ακόμη και χώρες όπως η Βρετανία καταγράφουν σημαντική υποχώρηση σε σχέση με την κορύφωση της πανδημίας στον Απρίλη. Ακόμη και στις ΗΠΑ, που καλό είναι θυμόμαστε ότι σε τέτοια θέματα καλό είναι να τις αντιμετωπίζουμε ως ήπειρο και όχι ως χώρα, στις Πολιτείες της Ανατολικής Ακτής όπου είχαμε τα μεγάλα κύματα της πανδημίας με τη σημαντική θνησιμότητα, ήδη καταγράφεται σημαντική υποχώρηση.
Όμως, σε άλλες περιοχές του πλανήτη τα πράγματα δείχνουν μια πανδημία πολύ πιο ενεργή. Η Ρωσία που είχε μια κορύφωση ως προς τον αριθμό των ημερήσιων κρουσμάτων γύρω στις 11, έκτοτε υποχώρησε, αλλά παρ’ όλα αυτά έχει σταθερά πάνω από 7500 νέα κρούσματα την ημέρα. Η Βραζιλία εξακολουθεί να έχει ανοδική τάση, όντας σήμερα η δεύτερη χώρα σε αριθμό κρουσμάτων και η τρίτη σε αριθμό θυμάτων. Η Ινδία επίσης δείχνει να έχει αυξανόμενο αριθμό κρουσμάτων κάθε μέρα, όντας ήδη η τρίτη χώρα παγκοσμίως σε συνολικό αριθμό θυμάτων, παρότι θεωρείται δεδομένο ότι το σύστημα υγείας της αδυνατεί αυτή τη στιγμή να καλύψει το σύνολο των αναγκαίων ελέγχων, ενώ και τα θύματα ακόμη ακολουθούν αυξητική τάση. Ενεργή είναι η πανδημία και στο Μεξικό, όπου φαίνεται να συνεχίζεται η αυξητική τάση ως τα ημερήσια κρούσματα. Αντίστοιχα ανοδική είναι η τάση και στο Πακιστάν. Την ίδια στιγμή στο Ιράν, παρότι φάνηκε ότι είχε υπάρξει σημαντική συγκράτηση της δυναμικής της πανδημίας πάλι δείχνει να επανακάμπτει.
Οι κυβερνήσεις σταθμίζουν το οικονομικό κόστος του lockdown
Όμως, παρότι η πανδημία είναι ενεργή στις περισσότερες από τις χώρες που αναφερθήκαμε οι χώρες εγκαταλείπουν το lockdown. Και αυτό έχει να κάνει με το οικονομικό και κοινωνικό κόστος που έχουν τέτοια μέτρα. Όπως έχει σημειωθεί συχνά, σε ορισμένες χώρες οι άνθρωποι δεν μπορούν να «μείνουν σπίτι». Ειδικά σε χώρες όπου πολλοί άνθρωποι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την καθημερινή δυνατότητα τους να εργάζονται, συχνά στον άτυπο τομέα της οικονομίας, τα μέτρα τύπου lockdown σήμαιναν πραγματική δυσκολία ως προς την επιβίωση. Άλλωστε, σε χώρες όπως η Ινδία εξαρχής είχε υπάρξει κριτική στον τρόπο που είχε οργανωθεί το lockdown καθώς είχε προκληθεί μεγάλη αναστάτωση και εξαιτίας της μαζικής επιστροφής σε τόπους καταγωγής πιθανόν και επιπλέον διασπορά.
Στο γειτονικό Πακιστάν παρότι η επιδημία συνεχίζεται το lockdown χαλαρώνει. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός Ίμρε Χαν χαρακτήρισε τα lockdown «ελιτίστικα», υπονοώντας ότι μόνο οι πλούσιοι μπορούν να κλειστούν στα σπίτια τους. «Επιδιώξαμε ένα καθολικό lockdown χωρίς να σκεφτούμε για τις επιπτώσεις για τους καθημερινούς μεροκαματιάρηδες, τους πωλητές του δρόμου, τους εργάτες, που όλοι τους αντιμετωπίζουν φτώχεια και πείνα», έγραψε στο twitter στα τέλη Απριλίου, συμπληρώνοντας, «Μακάρι να συγχωρέσει ο Θεός την αμαρτία μας που παραμελήσαμε τους αποστερημένους και φτωχούς πολίτες μας».
Αντίστοιχα, και στο Ιράν η κυβέρνηση ταλαντεύεται ως προς το να επιστρέψει σε περιοριστικά μέτρα, καθώς θεωρεί ότι εάν δεν κρατήσει την οικονομία σε λειτουργία τα αρνητικά αποτελέσματα θα είναι πολύ μεγαλύτερα.
Στο Μεξικό ο πρόεδρος Ομπραδόρ επίσης επέλεξε την άρση των περιοριστικών μέτρων στις αρχές Ιουνίου, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να λειτουργήσει η οικονομία καθώς από αυτή εξαρτάται η ευημερία των πολιτών. Άλλωστε, το Μεξικό ήταν από τις χώρες που δεν προχώρησαν σε μεγάλα πακέτα τόνωσης της οικονομίας και τώρα πιέζεται να δει την οικονομία του να παίρνει μπροστά ξανά.
Ακόμη και στη Μόσχα οι αρχές επέλεξαν μια πρώτη χαλάρωση των μέτρων. Εδώ οι λόγοι δεν είναι μόνο οικονομικοί αλλά και πολιτικοί. Για την 1η Ιουλίου έχει μεταφερθεί το δημοψήφισμα για τις συνταγματικές αλλαγές που ήταν κανονικά προγραμματισμένο για τον Απρίλιο και αναβλήθηκε.
Τα δύσκολα διλήμματα
Ήδη από την αρχή της πανδημίας ήταν αρκετοί αυτοί που υποστήριζαν ότι σε αρκετές αναπτυσσόμενες χώρες το μοντέλο του lockdown δεν μπορούσε να εφαρμοστεί γιατί τα κοινωνικά αποτελέσματα από την απότομη διακοπή πολλών οικονομικών δραστηριοτήτων και την απώλεια καθημερινού εισοδήματος των φτωχότερων στρωμάτων καθιστούσαν απαγορευτικές τέτοιες λύσεις.
Περίπου δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται παγκοσμίως στην άτυπη οικονομία και το 90% από αυτούς ζει σε χώρες χαμηλού ή χαμηλού προς μεσαίου εισοδήματος. Σε αυτούς τους ανθρώπους η πείνα είναι άμεση απειλή επιβίωσης. Ο ΟΗΕ είχε υπολογίσει ότι παγκοσμίως 300 εκατομμύρια παιδιά εξαρτώνται από τα γεύματα που λαμβάνουν στα σχολεία τους. Έπειτα πάρα πολλοί άνθρωποι μένουν ακόμη σε φτωχογειτονιές στις οποίες η δυνατότητα φυσικής αποστασιοποίησης είναι πολύ μικρή.
Γι’ αυτό το λόγο και εξαρχής είχαν υπάρξει φωνές που επέμεναν ότι σε τέτοιες χώρες είναι πολύ προτιμότερο να μπορέσουν οι άνθρωποι να συνεχίσουν να εργάζονται, να πηγαίνουν στην αγορά να πουλήσουν αυτά που φτιάχνουν, κα κάνουν μεροκάματα, έστω κάνοντας χρήση ατομικών μέσων προστασίας, αλλά να μην τους αφαιρεθεί η δυνατότητά τους να επιβιώνουν, γιατί τότε το κόστος της θεραπείας θα είναι μεγαλύτερο από το όφελος, γιατί η οικονομική και κοινωνική κατάρρευση των φτωχών του πλανήτη τελικά θα προκαλέσει περισσότερη αρρώστια και θάνατο. Όπως είχαν υπογραμμίσει στις αρχές Μαΐου με άρθρο τους στο The Lancet δύο γιατροί με μεγάλη ιστορία δράσης στον Τρίτο Κόσμο, ο Richard Cash και ο Vikram Patel, δεν πρέπει να ξεχνάμε την ιπποκρατική αρχή του «μη βλάπτειν».
Πάντως φωνές για την ανάγκη να σταθμιστεί το κοινωνικό κόστος (και το κόστος υγείας) από την οικονομική ύφεση έχουν ακουστεί και στον αναπτυγμένο κόσμο. Ο καθηγητής στατιστικής στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ Σάιμον Γουντ υπενθύμισε πρόσφατα ότι στη Βρετανία την επαύριον της οικονομικής κρίσης του 2008 διαπιστώθηκε υποχώρηση του προσδόκιμου ζωής για τα φτωχότερα στρώματα της Βρετανίας. Μάλιστα, ο Γουντ υπολόγισε ότι αυτή η υποχώρηση είναι μεγαλύτερη από αυτή που θα έφερνε ακόμη και μια ανεξέλεγκτη επιδημία του COVID-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όσο ανοίκειες και εάν μας φαίνονται τέτοιες σταθμίσεις και πέραν των μεθοδολογικών ή άλλων ερωτημάτων που μπορεί να υπάρχουν, είναι σαφές ότι πέραν του κόστους της ίδια της πανδημίας σε ζωές υπάρχει δυνητικά κόστος σε ζωές και από το ενδεχόμενο παρατεταμένης φτώχειας και ανεργίας.