Ολοκληρώθηκε η διαδικασία της ψηφοφορίας του νέου Προέδρου της Βουλής με τον Νικήτα Κακλαμάνη να εκλέγεται επίσημα με 247 ψήφους.
Στην διαδικασία ψήφισαν 297 με 50 παρών και τρεις απόντες.
Ακολούθως, θα γίνει η καθιερωμένη τελετή παράδοσης – παραλαβής του Γραφείου του Προέδρου της Βουλής και οι σχετικές δηλώσεις.
Στις 12 το μεσημέρι της Τετάρτης (22/01/25) ξεκίνησε η ψηφοφορία για την εκλογή του νέου προέδρου της Βουλής, μετά την παραίτηση του Κωνσταντίνου Τασούλα, που έχει προταθεί από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Υπέρ της υποψηφιότητας Κακλαμάνη για το ανώτατο κοινοβουλευτικό αξίωμα ψήφισαν η Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Ελληνική Λύση, και οι Σπαρτιάτες. Ο Νικήτας Κακλαμάνης αναμένεται να είναι ο 14ος κατά σειρά Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Με το δεδομένο ότι στις διαδικασίες εκλογής Προέδρου της Βουλής και Προέδρου της Δημοκρατίας δεν υπάρχει η επιλογή της αρνητικής ψήφου, το ΚΚΕ έμεινε πιστό στην διαχρονική τακτική του σε αντίστοιχες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, δηλώνοντας «παρών». Ίδια θέση θα κρατήσουν και η Νέα Αριστερά – που αποφάσισε χθες ομόφωνα-, η Πλεύση Ελευθερίας και η Νίκη.
Το βιογραφικό του Νικήτα Κακλαμάνη
Ο Νικήτας Κακλαμάνης εξελέγη πρώτη φορά βουλευτής Α’ Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία το 1990. Από το Φεβρουάριο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2019 διετέλεσε Δ’ Αντιπρόεδρος της Βουλής, ενώ την περίοδο Ιουλίου 2019 – Ιουλίου 2023 εκτελούσε χρέη Α’ Αντιπροέδρου της Βουλής.
Το 2019 μάλιστα είχε σπάσει όλα τα κοινοβουλευτικά ρεκόρ με 290 ψήφους, ρεκόρ που έμελλε να καταρρίψει εκ νέου τον Μάιο του 2023, συγκεντρώνοντας 296 θετικές γνώμες για μία θέση στο προεδρείο. Παρ΄ ότι στη σημερινή ψηφοφορία, ο νέος Πρόεδρος της Βουλής δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον εαυτό του.
Επιβεβαιώθηκε η εκτίμηση για συγκέντρωση ποσοστού ανάλογο με εκείνο του Κωνσταντίνου Τασούλα τον Ιούλιο του 2023 (249 υπέρ), με τον απερχόμενο Πρόεδρο της Βουλής να διατηρεί το ρεκόρ των περισσότερων θετικών ψήφων (283 υπέρ) το 2019.
Η πρώτη ομιλία Κακλαμάνη
Στην πρώτη του ομιλία ως Πρόεδρος της Βουλής, ο κ. Κακλαμάνης εμφανίστηκε ενωτικός, καλώντας τους βουλευτές να μείνουν μακριά από στεγανά και μικροπολιτικές.
«Όλη μου η μακρά διαδρομή, από τη νεολαία της ΕΡΕ στα μαθητικά μου χρόνια μέχρι και την ημέρα αυτή, επισφραγίζεται σήμερα για να ολοκληρώσει έναν κύκλο όπου έζησα και έπραξα σύμφωνα με έναν ακλόνητο κώδικα αξιών. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς αναδιπλώσεις, χωρίς “ναι μεν, αλλά”. Πάντα με οδηγό την πίστη στην Ελλάδα και τους Έλληνες. Πάντα με θάρρος, με αδιαπραγμάτευτο το αίσθημα του δικαίου, με πολλή δουλειά και με απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης μου.
Αυτό εξάλλου με δίδαξε και το λειτούργημα που επέλεξα να ασκήσω στη ζωή. Αυτό μετέφερα στην πολιτική μου διαδρομή. Και αυτό θα συνεχίσω να κάνω μέχρι το τέλος της.
Όταν πριν από μερικούς μήνες είχα ερωτηθεί τι είναι αυτό που μου λείπει περισσότερο από την κοινοβουλευτική εμπειρία του Προεδρείου, είχα απαντήσει πως “αισθάνομαι σαν πατέρας που του λείπουν τα παιδιά του”.
Γι’ αυτό λοιπόν, τώρα που ξαναβρίσκω όλους εσάς από αυτή τη θέση, θέλω να μου επιτρέψετε να σας απευθύνω δυο λόγια “πατρικά”.
Ο καθένας από εμάς που βρίσκεται σήμερα στην αίθουσα αυτή κρατά στα χέρια του δύο πολύτιμα δώρα. Το πρώτο είναι η τιμή και συνάμα το ειδικό βάρος της ψήφου από τον ελληνικό λαό, ο οποίος του έδωσε το δικαίωμα να βρίσκεται σήμερα εδώ. Ένα δικαίωμα που γεννά όχι ίσες, αλλά πολλαπλάσιες υποχρεώσεις απέναντί του.
Το δεύτερο δώρο έχει ταξιδέψει από τα βάθη του χρόνου, μέσα από μια μακραίωνη, περιπετειώδη πορεία για να βρεθεί τελικά στα χέρια μας.
Πρόκειται για την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, ως μετεξέλιξη της Αθηναϊκής, την οποία κληθήκαμε εμείς να υπηρετήσουμε.
Πριν από εμάς, το ίδιο δώρο, στα ίδια έδρανα ακούμπησαν τα ινδάλματά μας. Τα ιερά τέρατα της πολιτικής από όλες τις παρατάξεις, που κόσμησαν αυτήν την αίθουσα. Και μόνο αυτή η σκέψη αρκεί για να αντιληφθούμε το βάρος της ευθύνης που φέρει η κληρονομιά μας…
Είναι αλήθεια πως πολλά έχουν αλλάξει από τότε και σίγουρα θα αλλάξουν ακόμα περισσότερα, όμως ο κινητήρας της Δημοκρατίας εξακολουθεί να τροφοδοτείται από το ίδιο καύσιμο: την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Από αυτή την αφετηρία μεταφέρεται και αντανακλάται στο Κοινοβούλιο.
Γι’ αυτό άλλωστε η Βουλή, ως κορυφαίο πολιτειακό όργανο, δε νοείται ως κάτι μονοσήμαντο ή επιδερμικό. Δεν είναι ένα στείρο νομοθετικό όργανο ή μια πολιτική παλαίστρα, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός με διευρυμένη αποστολή και ιδιαίτερη φυσιογνωμία.
Υπό αυτή την έννοια το κοινοβουλευτικό σώμα, εκτός της τυπικής του αποστολής, κατέχει και έναν κοινωνικά φορτισμένο ρόλο: αυτόν της διαπαιδαγώγησης. Γιατί ως “καθρέφτης” αντανακλά το εκλογικό σώμα και την ίδια στιγμή αντανακλάται ως παράδειγμα ήθους και πράξης στον λαό. Εκεί ακριβώς έγκειται και η πολλαπλάσια ευθύνη μας: στη διάπλαση του ατομικού και συλλογικού ήθους μέσα από το δημόσιο παράδειγμά μας.
Η πολιτική ως η «μεγίστη τέχνη» και η «καλλίστη αρετή», κατά τον Σωκράτη, απαιτεί σήμερα από εμάς τις ηθικές και διανοητικές αρετές του Αριστοτέλη: θάρρος, εγκράτεια, προσφορά, μεγαλοψυχία, σύνεση, δικαιοσύνη, σεβασμό.
Αυτές είναι οι απαρέγκλιτες αρχές που πρέπει να συγκροτούν το σύγχρονο κοινοβουλευτικό ήθος. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να δώσουμε το παράδειγμα, λειτουργώντας ως διαμορφωτές του κοινοβουλευτικού πολιτισμού και κατ’ επέκταση της ελληνικής συνείδησης. Τόσο ο καθένας ξεχωριστά, όσο και συνολικά ως Σώμα, μπορούμε να αναλάβουμε μαζί κοινωνική δράση, πέρα από τα στενά κοινοβουλευτικά μας καθήκοντα. Η Βουλή των Ελλήνων έχει τόσο τη δύναμη, όσο και την υποχρέωση να το πράξει, όπως έκανε και στο παρελθόν. Με κοινές πρωτοβουλίες, με φρέσκιες ή δοκιμασμένες ιδέες και με το βλέμμα στραμμένο στη μεγάλη εικόνα της Ελλάδας, μακριά από στεγανά και μικροπολιτικές.
Αλλά πάνω από όλα με ενότητα, γιατί αυτό είναι το ζητούμενο στις παράξενες εποχές που ζούμε. Κάποτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είπε πως “η Ιστορία διδάσκει ότι οι Έλληνες ό,τι κερδίζουν στον πόλεμο το χάνουν στην ειρήνη. Παράδειγμα το 1920, το 1940 και τόσα άλλα. Και το χάνουμε γιατί έχουμε την κακή συνήθεια να καθιστούμε τα εθνικά μας θέματα αντικείμενο έντονων πολιτικών ανταγωνισμών, οι οποίοι πολλές φορές παίρνουν τη μορφή της πατριδοκαπηλίας και καταλήγουν σε διχασμούς”.
Σήμερα λοιπόν, από τη θέση αυτή, σας προκαλώ ανοιχτά να τον διαψεύσουμε όλοι μαζί.
Γιατί αν βλέπατε σε αυτή την αίθουσα αυτό που βλέπω εγώ, θα ήσασταν σίγουροι ότι μπορούμε. Στην αίθουσα αυτή λοιπόν, δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, μικροί ή μεγάλοι, γαλάζιοι, πράσινοι, ή κόκκινοι… Υπάρχουν απλώς 300 πρόσωπα που μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα για τον ελληνικό λαό. Αρκεί να το θέλουν. Αρκεί να συνομολογήσουν την πίστη τους στα γνήσια δημοκρατικά ιδεώδη, στην ανθρωπιά, την ακεραιότητα και την φιλοπατρία. Ίσως πείτε πως είμαι ρομαντικός. Όμως προσωπικά, λόγω εμπειρίας, προτιμώ να τάσσομαι στο πλευρό του Καβάφη που έγραφε πως πρέπει “να βλέπουμε κι αθώα κάποτε τα πράγματα, και ήπια”, και όχι “στες ραδιουργίες μας (να) πρέπει να πάμε πάλι —να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας πάλη”…
Οι καιροί που έρχονται θα γεννήσουν νέες προκλήσεις. Και όλοι εμείς καλούμαστε να αναμετρηθούμε με δυο αράδες από το έργο του μεγάλου Αλεξανδρινού.
“Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή.
Και τες φιλοδοξίες σου να υπερνικήσεις αν δεν μπορείς,
με δισταγμό και προφυλάξεις να τες ακολουθείς.
Κι όσο εμπροστά προβαίνεις,
τόσο εξεταστική, προσεκτική να είσαι”.
Σας ευχαριστώ».