Η κυβέρνηση ανεβάζει τον πήχη από τα 650 στα 676-682 ευρώ, με οροφή για τους εργοδότες να είναι τα 670 ευρώ,
οι οποίοι βάζουν στο τραπέζι παραγωγικότητα και μείωση εισφορών, ενώ πάγια θέση της ΓΣΕΕ είναι η επιστροφή σε προμνημονιακά επίπεδα, δηλαδή στα 751 ευρώ.
Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ, έκανε πρόταση νόμου για 7,5% + 7,5%.
Το μέτωπο των μισθών ανοίγει η κυβέρνηση ενεργοποιώντας προς τα τέλη Φεβρουαρίου την 4μηνη διαδικασία διαβούλευσης για την αναπροσαρμογή των κατώτατων αποδοχών.
Μέσα σε 140 ημέρες ολοκληρώνεται το παζλ των νέων απολαβών στον ιδιωτικό τομέα, καθώς:
Θεσμοθετείται τον Ιούνιο ο νέος κατώτατος μισθός που θα ισχύσει από τον Ιούλιο του 2020 έως τον Ιούνιο του 2021.
Δημοσιεύεται η απόφαση του ΣτΕ για τα επιδόματα προϋπηρεσίας που εισπράττουν όσοι είχαν θεμελιωμένες 3ετίες το 2012.
Ξεκινά τον Ιούνιο η μείωση των εισφορών κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ ξεκαθαρίζει το τοπίο για τα επόμενα βήματα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους.
Οι τρεις αυτές ψηφίδες θα ολοκληρώσουν την εικόνα των νέων μισθών. Κορυφαία διαδικασία είναι η αναπροσαρμογή του κατώτατου, εν όψει της οποίας εργοδότες και εργαζόμενοι παίρνουν θέσεις μάχης, αν και ο τελευταίος λόγος ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο, που θα αποφασίσει τον Ιούνιο.
Το θέμα προκαλεί ήδη εντονότατη πολιτική αντιπαράθεση, ενώ στη μέση της διελκυστίνδας βρίσκονται περισσότεροι από 500.000 εργαζόμενοι που δουλεύουν με πλήρη ή μερική απασχόληση και μισθοδοτούνται με βάση τον κατώτατο των 650 ευρώ.
Στο υπουργείο Εργασίας παραπέμπουν στη διαβούλευση που προβλέπεται από τον νόμο του 2013 και στις εκθέσεις εξειδικευμένων φορέων για την αξιολόγηση του ισχύοντος μισθού και τις δυνατότητες προσαρμογής του.
Οι εκθέσεις πρέπει να υποβληθούν έως τις 31 Μαρτίου και στη ζυγαριά θα μπουν δείκτες όπως πληθωρισμός, μεταβολή ΑΕΠ και παραγωγικότητας, ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης, μείωση ανεργίας. Στη ζυγαριά θα μπει και η σημαντική αύξηση που δόθηκε πέρυσι κατά 11%, η οποία έφτασε το 27% για τους νέους (κατάργηση υποκατώτατου), αλλά και η διαχείριση της «φορολογικής σφήνας», δηλαδή εισφορών και φόρων.
Κατά ορισμένους, το ύψος της περσινής αναπροσαρμογής «στενεύει» τα φετινά περιθώρια. Η διαβούλευση και το πόρισμα πρέπει να ολοκληρωθούν έως τις 31 Μαΐου, ώστε το δεύτερο 15νθήμερο του Ιουνίου ο υπουργός Εργασίας να εισηγηθεί τον νέο κατώτατο μισθό. Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν αφού πρώτα υπολογιστούν τα στοιχεία από το μέτωπο της οικονομίας.
Τα σενάρια
Πρόσφατα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας έβαλε στο «κάδρο» ένα σενάριο για πιθανή αύξηση της τάξης του 4%-5%, αναφερόμενος και στην προεκλογική δέσμευση για αύξηση σε ποσοστό διπλάσιο του ρυθμού ανάπτυξης. Υπενθυμίζοντας πως στο 12ο Συνέδριό της η ΝΔ έκανε λόγο τον Δεκέμβριο του 2018 για αύξηση στα 703 ευρώ εντός 3ετίας, ανέφερε τα εξής: «Σήμερα είμαστε στα 650 ευρώ. Ακόμη και μια αύξηση 4%-5% δεν φτάνει σε αυτά τα επίπεδα, θα είναι 25-30 ευρώ. Οπότε υπάρχει περιθώριο να φτάσουμε σε επίπεδο που δεν θα διαταράσσει πολύ τα κίνητρα και την απασχόληση».
Με βάση αυτό το σενάριο, η φετινή αύξηση θα μπορούσε να κυμανθεί μεταξύ 4% με 5%, δηλαδή να είναι 26-32 ευρώ και ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί στα 676-682 ευρώ μεικτά. Το πώς θα «μοιραστεί» βέβαια η αύξηση ανά έτος με στόχο τα 703 ευρώ, θα εξαρτηθεί τελικά και από την ευρύτερη πορεία των οικονομικών.
Ενα τέτοιο σενάριο δεν φαίνεται να βρίσκει καταρχήν σύμφωνους όλους τους εργοδότες, που βάζουν στο τραπέζι το μη μισθολογικό κόστος και την «υπερβολική», γι’ αυτούς, περσινή αύξηση. Από την πλευρά των εργοδοτών, όχι μόνο μεγάλων αλλά και μικρομεσαίων (που λένε πως ο κύκλος εργασιών τους μειώνεται), το σκεπτικό που αναπτύσσεται είναι πως η όποια αύξηση πρέπει να συνδυαστεί με σημαντική μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ενώ πρέπει να ληφθεί υπόψη η παραγωγικότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, κάποιες πλευρές εκτιμούν πως μια αύξηση 2%-3% θα μπορούσε να θεωρηθεί καταρχήν λελογισμένη, αφού συνδυαστεί με μείωση εισφορών κατά τουλάχιστον 2 ποσοστιαίες μονάδες εντός του 2020. Η μείωση κατά 0,9 μονάδες το δεύτερο 6μηνο φέτος χαρακτηρίζεται «άτολμη» από μερίδα εργοδοτών, παρά τον προγραμματισμό για κλιμάκωση από το 2021. Με βάση αυτό το σενάριο, η φετινή αύξηση θα μπορούσε να κυμανθεί μεταξύ 2% με 3%, δηλαδή θα μπορούσε να είναι 13-20 ευρώ, ώστε ο μεικτός κατώτατος να αυξηθεί στα 663-670 ευρώ.
Δεν λείπουν οι απόψεις όσων υποστηρίζουν πως με την περσινή αύξηση μπορεί και να έχουν ξεπεραστεί τα περιθώρια για μια νέα αύξηση. Ενα στοιχείο που θα παίξει ρόλο στη διελκυστίνδα είναι και η απόφαση που θα ληφθεί τους επόμενους μήνες για το εάν θα προχωρήσει η μείωση του φόρου επιχειρήσεων από 24% σε 20% ή θα προχωρήσει ταχύτερα η μείωση των εισφορών, από την οποία θα προκύψει έμμεση αύξηση των μισθών.
Από την πλευρά της η ΓΣΕΕ, που τελεί υπό διορισμένη διοίκηση, θέλει να έχει πραγματοποιήσει το συνέδριό της μέχρι τα μέσα Μαρτίου, ώστε να αποφασίσει η εκλεγμένη διοίκηση για τη διαδικασία. Πάγια θέση των εργαζομένων είναι η επιστροφή του κατώτατου σε προμνημονιακά επίπεδα, δηλαδή στα 751 ευρώ, και η επαναφορά της ρύθμισής του στα χέρια των κοινωνικών εταίρων.
Πέντε άξονες
Είναι εμφανές πως το ζήτημα θα βρίσκεται ψηλά στην πολιτική ατζέντα το ερχόμενο διάστημα.
Χαρακτηριστική είναι η πρόταση νόμου που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ) ζητώντας να συνεχιστεί «η δυναμική αύξηση του κατώτατου μισθού» και προτείνοντας:
Αύξηση 7,5% φέτος και μισθό 698,75 ευρώ
Αύξηση 7,5% από 1/1/2021 και μισθό 751,16 ευρώ
Καθολική επανίσχυση του επιδόματος γάμου 10% (σήμερα ισχύει μόνο για επιχειρήσεις-μέλη οργανώσεων που υπογράφουν ΕΓΣΣΕ)
Ξεπάγωμα επιδομάτων προϋπηρεσίας ανά 3ετία και έως 30%
Επιστροφή της αρμοδιότητας καθορισμού του κατώτατου μισθού στους κοινωνικούς εταίρους από το 2022. Δεν αποκλείεται η διαδικασία να εκκινήσει μετ’ εμποδίων, καθώς ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που παίζει κομβικό ρόλο, είναι ακέφαλος. Η θητεία του ΔΣ και του προέδρου έληξε στις 31/12/2019 και απαιτείται πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας για να προχωρήσει η εκλογή νέου προεδρείου.
Δεν αποκλείεται η διαδικασία να εκκινήσει μετ’ εμποδίων, καθώς ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), που παίζει κομβικό ρόλο, είναι ακέφαλος. Η θητεία του ΔΣ και του προέδρου έληξε στις 31/12/2019 και απαιτείται πρωτοβουλία του υπουργείου Εργασίας για να προχωρήσει η εκλογή νέου προεδρείου.
Η απόφαση του ΣτΕ για τις τριετίες θα κρίνει το τελικό ύψος των αποδοχών
Παράγοντας «κλειδί» στην υπόθεση είναι η απόφαση του ΣτΕ που αναμένεται για τα επιδόματα προϋπηρεσίας. Επειτα από προσφυγή βιομηχάνων, οι δικαστές θα κρίνουν αν οι μισθωτοί που είχαν θεμελιώσει δικαίωμα για επιδόματα προϋπηρεσίας τον Φεβρουάριο του 2012 τα δικαιούνται ακόμη ή θα τα χάσουν καταγράφοντας απώλειες μισθού έως και 195 ευρώ τον μήνα.
Η απόφαση θα είναι κομβική και για το μέλλον, καθώς θα κριθεί αν ο νέος κατώτατος θα είναι «γυμνός» ή θα έχει προσαυξήσεις καταρχήν για όσους είχαν πάνω από τρία χρόνια τον Φεβρουάριο του 2012 και κατά δεύτερον για όλους, όταν η ανεργία πέσει κάτω από 10%.