Μηχανισμός απορρόφησης μεγάλων επιβαρύνσεων από την αύξηση αντικειμενικών.
Οι ιδιοκτήτες ακινήτων σε περιοχές με μικρή αύξηση της αντικειμενικής αξίας, σε περιοχές όπου η τιμή ζώνης παρέμεινε αμετάβλητη και ακόμη περισσότερο σε περιοχές όπου υπήρξε μείωση στην αντικειμενική αξία, μπορούν από τώρα να προσβλέπουν σε σημαντική μείωση στον ΕΝΦΙΑ με το ποσοστό μείωσης του φόρου να φτάνει ακόμη και στο 50%.
Οσο για τους ιδιοκτήτες ακινήτων σε περιοχές όπου έγινε πολύ μεγάλη αύξηση της αντικειμενικής αξίας –υπάρχουν παραδείγματα μέσα στην Αττική ακόμη και διπλασιασμού της τιμής ζώνης– ναι μεν θα χρειαστεί να καταβάλουν περισσότερα για τα συγκεκριμένα ακίνητα, ωστόσο η επιβάρυνση «ψαλιδίζεται» με τον νέο τρόπο υπολογισμού και συγκρατείται σε επίπεδα μερικών δεκάδων ευρώ για ακίνητα της τάξεως των 80-100.000 ευρώ.
Ουσιαστικά δηλαδή η νέα κλίμακα υπολογισμού αλλά και οι αυξημένες εκπτώσεις επί του συνολικού φόρου για αυτούς που έχουν ένα διαμέρισμα αξίας από 60.000 έως 150.000 ευρώ «απορροφούν» τις τεράστιες επιβαρύνσεις που θα έβλεπαν οι ιδιοκτήτες εξαιτίας του ότι η αξία του ακινήτου τους αυξήθηκε ακόμη και πάνω από 100% στα χαρτιά λόγω των νέων αντικειμενικών αξιών.
Η νέα κλίμακα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ θα προβλέπει σημαντικά μειωμένους φόρους ανά τετραγωνικό μέτρο σε σχέση με τα όσα ίσχυαν μέχρι τώρα. Οι μειώσεις θα είναι μεγάλες και θα προσεγγίζουν ακόμη και τα 3 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, καλύπτοντας μάλιστα και ακίνητα που βρίσκονται σε ακριβές περιοχές της χώρας με τιμές ζώνης ακόμη και άνω των 3.000 ευρώ.
Με τις μειώσεις στην «καρδιά» του ΕΝΦΙΑ διασφαλίζονται πολύ μεγάλες ελαφρύνσεις στους ιδιοκτήτες ακινήτων με μείωση της αντικειμενικής αξίας και γενναία απορρόφηση επιβαρύνσεων (ή και μηδενισμός των επιβαρύνσεων σε περιοχές με πολύ μεγάλη αύξηση της τιμής ζώνης).
Οι υπολογισμοί σε «ακραίες» περιπτώσεις μεταβολών εντός του λεκανοπεδίου, δείχνουν πώς ακριβώς θα λειτουργήσει στην πράξη ο νέος τρόπος υπολογισμού. Από τις ζώνες με τη μεγαλύτερη μείωση εντός του λεκανοπεδίου είναι η Β΄ ζώνη της Ραφήνας και η Β1 ζώνη της Βούλας. Στην πρώτη περίπτωση η τιμή μειώθηκε από τα 1.800 στα 1.250 ευρώ (κατά 31%) και στη δεύτερη από τις 2.950 στις 2.350 ευρώ. Τι θα γίνει με τον ΕΝΦΙΑ; Ο ιδιοκτήτης ενός ακινήτου 20ετίας στη Ραφήνα με επιφάνεια 75 τετραγωνικών μέτρων θα πληρώσει, όπως φαίνεται και στον σχετικό πίνακα, 156 ευρώ από 286 ευρώ πέρυσι (μείωση 46%), ο δε ιδιοκτήτης στη Βούλα θα επιβαρυνθεί (για ακίνητο αντίστοιχης επιφάνειας) με 268 ευρώ αντί για 483 ευρώ. Αυτό συμβαίνει για τρεις λόγους:
1. Πρώτον, ο φόρος ανά τετραγωνικό μειώνεται αισθητά καθώς το ακίνητο αλλάζει κλιμάκιο προς τα κάτω.
2. Δεύτερον, όλοι οι συντελεστές του ΕΝΦΙΑ (παλαιότητας κ.λπ.) εφαρμόζονται επί χαμηλότερης τιμής.
3. Εφαρμόζεται μεγαλύτερος μειωτικός συντελεστής σε περίπτωση που η αξία του ακινήτου κινείται από 60.000 έως 150.000 ευρώ.
Αυτές οι τρεις αλλαγές ουσιαστικά διασφαλίζουν μειωμένη επιβάρυνση για όλα (ή σχεδόν όλα) τα ακίνητα σε περιοχές με μείωση της αντικειμενικής αξίας ή ακόμη και «πάγωμα» στα ίδια επίπεδα. Καλύπτονται δε και πολλές περιοχές που υπάρχει αύξηση της αντικειμενικής αξίας ακόμη και κατά 30% ή 40%. Για παράδειγμα, το ακίνητο σε περιοχή όπου η τιμή ζώνης θα αυξηθεί από τα 800 στα 1.200 ευρώ, θα επιβαρυνθεί με λιγότερο ΕΝΦΙΑ καθώς ο φόρος ανά τετραγωνικό θα μειωθεί από τα 2,9 ευρώ ανά τετραγωνικό στα 2,8 ευρώ ανά τετραγωνικό.
Τι γίνεται όμως στις περιοχές με πολύ μεγάλη αύξηση των αντικειμενικών αξιών; Οι ιδιοκτήτες αυτών των ακινήτων θα πληρώσουν περισσότερα, αλλά η ποσοστιαία επιβάρυνση θα είναι μικρότερη σε σχέση με την αύξηση της τιμής ζώνης. Μία από τις περιοχές στο λεκανοπέδιο με τη μεγαλύτερη ανατίμηση είναι η ΛΗ1 ζώνη στο 1ο δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Αθηναίων. Η τιμή ανά τετραγωνικό αυξήθηκε από τα 950 ευρώ στα 1.850 ευρώ, δηλαδή κατά 95%. Ο ΕΝΦΙΑ όμως (σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης έχει μόνο αυτό το ακίνητο) θα είναι 206 ευρώ αντί για 161,5 ευρώ πέρυσι, δηλαδή 28% ή περίπου 45 ευρώ παραπάνω. Αντίστοιχα, στη Ζ΄ ζώνη του Δήμου Ηρακλείου όπου η τιμή ανά τετραγωνικό αυξήθηκε κατά 1.000 ευρώ (από τα 1.100 ευρώ στις 2.100 ευρώ), ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί (για διαμέρισμα 75 τετραγωνικών 20ετίας) από τα 206 στα 268 ευρώ. Ο νέος τρόπος υπολογισμού σε πολλές περιπτώσεις εκμηδενίζει τις επιβαρύνσεις σε περιοχές με μεγάλη αύξηση της τιμής ζώνης. Για παράδειγμα, στη Δ΄ ζώνη του Μοσχάτου όπου η τιμή εκτοξεύτηκε από τα 1.150 στα 1.950 ευρώ, ο ΕΝΦΙΑ θα παραμείνει για το διαμέρισμα των 75 τετραγωνικών σχεδόν αμετάβλητος στα 220 ευρώ (από 215 ευρώ πέρυσι).
Αλλαγές στη μεγάλη περιουσία
Ο νέος τρόπος υπολογισμού περιλαμβάνει τρεις αλλαγές που αφορούν τους ιδιοκτήτες με μεγάλες περιουσίες αξίας άνω των 250.000 ευρώ.
1. Η πρώτη αλλαγή είναι η κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου.
2. Η δεύτερη αλλαγή είναι η θέσπιση ενός «ΦΜΑΠ», ο οποίος θα επιβάλλεται μόνο για ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ. Αυτό τον φόρο θα τον πληρώνει μόνο όποιος έχει ατομική περιουσία άνω των 300.000 ευρώ και μόνο για το μερίδιο που θα έχει στην κατοχή του. Δηλαδή, αν ένα ακίνητο 400.000 ευρώ ανήκει σε δύο ιδιοκτήτες (από 200.000 ευρώ ο καθένας) και δεν υπάρχει άλλο περιουσιακό στοιχείο, δεν θα επιβάλλεται πρόσθετη επιβάρυνση.
3. Η τρίτη αλλαγή αφορά τη ριζική τροποποίηση της κλίμακας υπολογισμού των εκπτώσεων επί της συνολικής περιουσίας. Ετσι, ενώ οι μειωτικοί συντελεστές θα αυξηθούν για περιουσίες από 60.000 έως 150.000 ευρώ, για τις μεγάλες περιουσίες (π.χ. άνω των 300.000-400.000 ευρώ) είτε θα μειωθούν είτε θα εκμηδενιστούν, είτε θα μετατραπούν σε επιβαρύνσεις. Δηλαδή, ενώ τώρα οι έχοντες περιουσία άνω του ενός εκατ. ευρώ λαμβάνουν μια έκπτωση 10% επί του συνολικού ποσού της εκκαθάρισης, με το νέο σύστημα θα επιβαρύνονται με ένα ποσοστό της τάξεως του 10% προκειμένου να μετριαστεί το όφελος από την κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου.