Η ανώμαλη προσγείωση των αεροπορικών ταξιδιών εξαιτίας της πανδημίας θα στοιχίσει 10 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία για το 2020.
Οι εκτιμήσεις της Διεθνούς Ένωσης Αερομεταφορών (IATA) δείχνουν ότι πάνω από 30 εκατ. επιβάτες χάθηκαν αυτή τη χρονιά για τη χώρα μας, που κατάφερε όμως παρά τις δυσκολίες χάρη στα δειγματοληπτικά τεστ να «επιπλεύσει» καλύτερα από τους ανταγωνιστές της το εφετινό εξαιρετικά δύσκολο καλοκαίρι.
Καθώς η ανάκαμψη του κλάδου διεθνώς δεν φαίνεται νωρίτερα από το 2023, παρά τα αισιόδοξα μηνύματα για το εμβόλιο που θα αλλάξει το τοπίο εντός του 2021, τα ενιαία πρωτόκολλα για το αεροπορικό ταξίδι είναι το μοναδικό φως στην άκρη του τούνελ. Οι δε εκτιμήσεις των στελεχών της ελληνικής αγοράς φέρνουν την επιβατική κίνηση του 2021 στο 50% αυτής του 2019.
Στο πλαίσιο της διαδικτυακής εκδήλωσης της IATA, με τίτλο «Οδηγώντας την Ελλάδα σε μία νέα αεροπορική πραγματικότητα», αναδείχθηκε ο εξαιρετικά δριμύς αντίκτυπος της πανδημίας στην αεροπορική ζήτηση στην Ελλάδα. Η μείωση της επιβατικής κίνησης στη χώρα μας εκτιμάται γύρω στο 61% για το 2020 και αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία κατά 10 δισ. ευρώ, ενώ θέτει σε κίνδυνο περισσότερες από 273.000 θέσεις εργασίας.
Πριν την πανδημία, η συνεισφορά των αερομεταφορών στην ελληνική οικονομία ήταν σημαντική, φτάνοντας στο 10,2% του ΑΕΠ, δηλαδή περί τα 10 δισ. ευρώ, συνυπολογίζοντας ότι το 70% των τουριστικών αφίξεων γίνονται από τα αεροδρόμια της χώρας. Ο κλάδος υποστηρίζει 457.000 θέσεις εργασίας.
Ο ρόλος των τεστ στη ζήτηση του καλοκαιριού
Σύμφωνα με τα στελέχη της IATA, η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης το περασμένο καλοκαίρι, μετά το πρώτο lockdown να προχωρά σε δειγματοληπτικά τεστ PCR(μοριακό τεστ ανίχνευσης κορωνοϊού) με βάση τους εισερχόμενους επιβάτες αίροντας την καραντίνα, είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει χαμηλότερο ποσοστό πτώσης στις πωλήσεις εισιτηρίων του Ιουλίου και Αυγούστου (‑58%), σε σύγκριση με παρόμοιες τουριστικές αγορές όπως η Γαλλία (-81%) , η Ιταλία (-81%), η Ισπανία (-85%), η Πορτογαλία (-81%) και η Κύπρος (-82%).
Οι συνέπειες των περιορισμών φαίνονται και στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, που βυθίζει και πάλι τη ζήτηση για κρατήσεις εισιτηρίων. Η απόλυτη ισοπέδωση της ζήτησης για κρατήσεις τον περασμένο Απρίλιο και Μάιο (-102% στις κρατήσεις) εμφάνισε μια συγκρατημένη ανάκαμψη τον Ιούλιο προσεγγίζοντας μια μείωση της τάξεως του 66% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Η επανεμφάνιση των περιορισμών στις μετακινήσεις έφτασε το ποσοστό και πάλι στο -85%. Οι εκπρόσωποι της ελληνικής αγοράς που συμμετείχαν στο eventέκαναν λόγο για οριακή δραστηριότητα τους δύο τελευταίους μήνες του 2020.
«Είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα είδε τα πλεονεκτήματα της πολιτικής διαγνωστικών τεστ που εφάρμοσε το περασμένο καλοκαίρι. Ωστόσο, για να ανακάμψουν πραγματικά τα αεροπορικά ταξίδια και ο τουρισμός, δύο είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να προσπαθήσει να μειώσει το κόστος των διαγνωστικών τεστ πριν την πτήση. Το τρέχον τεστ PCRπου εφαρμόζεται προσθέτει ένα σημαντικό κόστος στα αεροπορικά ταξίδια στην Ελλάδα. Τα επιδοτούμενα διαγνωστικά τεστ ή η μετάβαση στα Γρήγορα Τεστ Αντιγόνου θα μπορούσαν να ελαττώσουν το κόστος και να τονώσουν τη ζήτηση. Δεύτερον, η Ελλάδα οφείλει να ασκήσει πιέσεις για μία πανευρωπαϊκή συνεργασία για μία σαφή πολιτική που θα αντικαθιστά την καραντίνα με τα συστηματικά διαγνωστικά τεστ των επιβατών και ενιαίο ταξιδιωτικό πρωτόκολλο», δήλωσε ο περιφερειακός αντιπρόεδρος της IATAΕυρώπης, κ. RafaelSchvartzman.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της IATA, το μέσο εισιτήριο για να ταξιδέψει ένας επιβάτης από το εξωτερικό στην Ελλάδα, βάσει των τιμών που διαμορφώθηκαν το διάστημα Απριλίου-Αυγούστου 2020, θα ήταν κατά 30% φθηνότερο εάν αντί για PCRtestσυνοδευόταν από Γρήγορο Τεστ Αντιγόνου. Η μέση τιμή στην πρώτη περίπτωση έφτανε τα 240 ευρώ και στη δεύτερη θα διαμορφωνόταν στα 168 ευρώ. Σημειώνεται ότι γενικά οι αερομεταφορείς έριξαν τις τιμές των ναύλων περίπου κατά 27% τον Ιούλιο του 2020 σε σχέση με τον Ιούλιο του 2019, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερους επιβάτες.
Ο ρόλος της ΑΠΑ στην ανάκαμψη του κλάδου
Όπως αναδείχθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, οι διαγνωστικοί έλεγχοι και τα ανοιχτά σύνορα, από μόνα τους, είναι απίθανο να επανεκκινήσουν εγκαίρως τον κλάδο προκειμένου να αποτραπούν οι περαιτέρω περικοπές θέσεων εργασίας. Τα έσοδα των αεροπορικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται από και προς την Ελλάδα θα μειωθούν κατά περίπου 3,7 δισ. ευρώ το 2020. Κατά μέσο όρο, οι αεροπορικές εταιρείες παγκοσμίως χάνουν περισσότερα από 250.000 ευρώ ανά λεπτό.
Προκειμένου να αποφευχθεί η μαζική απώλεια θέσεων εργασίας και η καταστροφή των οικονομικών και κοινωνικών ευκαιριών που προκύπτουν από τις αερομεταφορές, ηIATAκάλεσε την ελληνική κυβέρνηση (όπως και όλες τις κυβερνήσεις) να προωθήσει ένα πλαίσιο οικονομικής, επιχειρησιακής και ρυθμιστικής στήριξης έως ότου η βιομηχανία μπορέσει να ξανασταθεί στα πόδια της. Ένα βασικό μέτρο προς αυτή την κατεύθυνση στην Ελλάδα είναι η ίδρυση και λειτουργία της νέας ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής για την πολιτική αεροπορία.
«Η δημιουργία μίας αποτελεσματικής, ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής για την επίλυση των προβλημάτων που αφορούν, μεταξύ άλλων, τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας, τις καθυστερήσεις, τη χωρητικότητα και τα αερολιμενικά τέλη και χρεώσεις, είναι μακροπρόθεσμο αίτημα ολόκληρου του αεροπορικού τομέα στην Ελλάδα. Ωστόσο, εκκρεμεί η ψήφιση του νομοσχεδίου. Όσο συντομότερα θεσπιστεί ο νόμος, τόσο γρηγορότερα μπορούν να οικοδομηθούν ισχυρά θεμέλια για τη μελλοντική επιτυχία της αεροπορικής διασυνδεσιμότητας για την Ελλάδα», δήλωσε ο κ. Schvartzman.
Το νομοσχέδιο για τη σύσταση και λειτουργία Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας αναμένεται να εισέλθει στη Βουλή στο επόμενο δεκαήμερο προς ψήφιση κάνοντας το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ στόχος του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών είναι, ως τα μέσα του 2021, να έχει προχωρήσει και η ουσιαστική αναμόρφωση της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας. Ακόμη, όπως έχει υποδειχθεί και από τις ευρωπαϊκές αρχές, θα δημιουργηθεί μια μόνιμη Επιτροπή Εποπτείας θα αναλάβει την παρακολούθηση και έλεγχο της λειτουργίας των ΥΠΑ και ΑΠΑ, καθώς και τις επιδόσεις των εταιρειών λειτουργίας των αεροδρομίων στον εκσυγχρονισμό των υποδομών και των συστημάτων αεροναυτιλίας.